Η έρευνα, που συγχρηματοδοτήθηκε από την EY και την Invesco, εκπονήθηκε από το Cambridge Centre for Alternative Finance (CCAF) του Judge Business School του Πανεπιστημίου του Cambridge, και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum).
Σύμφωνα με τα ανώτερα στελέχη του κλάδου των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η Τεχνητή Νοημοσύνη θα αποτελέσει σημαντική κινητήρια δύναμη για τον κλάδο, με το 77% να θεωρούν ότι θα αποκτήσει υψηλή σημασία για τις επιχειρήσεις τους τα επόμενα δύο χρόνια.
Η έρευνα αποκάλυψε, επίσης, ότι το 85% των ερωτηθέντων έχουν ήδη εισάγει την Τεχνητή Νοημοσύνη στους οργανισμούς τους και αναμένουν να τη χρησιμοποιήσουν σε νέες εφαρμογές στο άμεσο μέλλον. Επιπρόσθετα, σχεδόν τα δύο τρίτα (64%) των συμμετεχόντων εκτιμούν ότι θα αξιοποιήσουν την Τεχνητή Νοημοσύνη κατά την επόμενη διετία, για την άντληση νέων εσόδων, την αυτοματοποίηση διαδικασιών, τη διαχείριση κινδύνων, καθώς και την εξυπηρέτηση και προσέλκυση πελατών.
Η αυξημένη υιοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης σε όλο το φάσμα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, συνεπάγεται και διάφορες προκλήσεις. Το 80% των ανώτερων στελεχών αναφέρουν την ποιότητα των δεδομένων, την πρόσβαση στα δεδομένα και τον ανταγωνισμό για την προσέλκυση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, ως τα μεγαλύτερα εμπόδια στην εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ωστόσο, οι συμμετέχοντες που χρησιμοποιούν κυρίως αυτόνομα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης, θεωρούν, κατά 80%, ότι τα πιο σημαντικά εμπόδια είναι η οικοδόμηση της εμπιστοσύνης προς τα συστήματα αυτά, καθώς και η υιοθέτησή της τεχνολογίας από τους χρήστες.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κος Γεώργιος Παπαδημητρίου, Εταίρος της ΕΥ Ελλάδος και Επικεφαλής του Χρηματοοικονομικού Τομέα της ΕΥ Κεντρικής, Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας, παρατηρεί: «Ο ρυθμός με τον οποίο η Τεχνητή Νοημοσύνη μεταβάλλει τα δεδομένα στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, αυξάνεται διαρκώς. Η πανδημία του COVID-19 κατέδειξε την ανάγκη για καινοτομία και, σε πολλές περιπτώσεις, επέσπευσε τον μετασχηματισμό πολλών οργανισμών, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωσή τους.
Η ταχύτητα με την οποία οι επιχειρήσεις του κλάδου παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, θα προσαρμοσθούν και θα ενσωματώσουν τη νέα τεχνολογία, θα κρίνει, σε μεγάλο βαθμό, ποιοι θα κυριαρχήσουν στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται, κατά τα επόμενα χρόνια. Πέρα, πάντως, από τα προφανή οφέλη και τις δυνατότητες των νέων αυτών τεχνολογιών, είναι σημαντικό κανείς να αναλογίζεται και τους συνεπαγόμενους κινδύνους. Η ενσωμάτωση των αναδυόμενων τεχνολογιών, όπως συγκεκριμένα η Τεχνητή Νοημοσύνη, αποτελεί έναν από τους 10 κορυφαίους κινδύνους που θα πρέπει να διαχειριστούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κατά την επόμενη δεκαετία, όπως κατέδειξε και πρόσφατη ερευνά της EY».