Όπως αναφέρει στην ετήσια έκθεση που δημοσιεύει η PwC σε συνεργασία με το ULI «Emerging Trends in Real Estate – The Road to recovery» υπάρχει ευρεία αισιοδοξία που αντλείται από την οικονομική ανάπτυξη που παρουσιάζει μεγάλο μέρος της Ευρώπης μετά την στήριξη των κυβερνήσεων αλλά και της Κεντρικής Τράπεζας. Την έρευνα που δημοσιεύεται κάθε χρόνο στηρίζεται σε προσωπικές συνεντεύξεις και ερωτηματολόγια από 844 κορυφαίους παράγοντες της αγοράς ακινήτων.
Τόσο η επιχειρηματική εμπιστοσύνη όσο και οι προσδοκίες για κερδοφορία έχουν ανακάμψει στα προ-COVID επίπεδα. Σύμφωνα με την ανάλυση οι αποδόσεις των ακινήτων αναμένονται σχετικά ισχυρές για το 2022 με υψηλότερες τις προβλεπόμενες αποδόσεις από ό,τι πριν από ένα χρόνο.
Η μεγαλύτερη τρέχουσα αβεβαιότητα σχετίζεται με τον πληθωρισμό και τις αλυσίδες εφοδιασμού, επηρεάζοντας κυρίως τις τιμές στον κατασκευαστικό κλάδο και τα χρονοδιαγράμματα παράδοσης ακριβώς τη στιγμή που ο κλάδος θέλει να κάνει ένα βήμα μπροστά.
Οι προοπτικές για την Αθήνα η οποία βρίσκεται στην 23η θέση της λίστας από 28η προηγουμένως είναι θετικές όσον αφορά στις επενδύσεις στο real estate, ενώ αναμένονται αλλαγές σε ενοίκια και κεφαλαιακή αξία το 2022.
Σε κλίμακα από 1 έως 5, λαμβάνει 4,29 ως προς τις επενδυτικές προοπτικές και 4,24 σε σχέση με τις προοπτικές ανάπτυξης, ενώ οι προβλέψεις για το 2022 χαρακτηρίζονται από καλές έως εξαιρετικές, τη στιγμή που την περίοδο 2017-2018 κρίνονταν ως fair και λίγα χρόνια νωρίτερα ως «φτωχές».
Οπως αναφέρεται στην έκθεση τα ακίνητα που σχετίζονται με τον τουρισμό αναψυχής αναμένεται να ανακάμψουν δυναμικά μετά τον καταστροφικό COVID19. Μάλιστα, οι αναλυτές αναφέρουν ότι «Γερμανοί, Ελβετοί και ορισμένοι Ισπανοί επενδυτές είναι πολύ επιθετικοί και πρόθυμοι να αποκτήσουν γραφειακά ακίνητα».
Η θέση της Αθήνας βελτιώνεται σημαντικά με βάση τις εκτιμήσεις για το ρυθμό ανόδου των ενοικίων και των τιμών επαγγελματικών χώρων όπου η Αθήνα στην αντίστοιχη κατάταξη καταλαμβάνεΙ την ένατη θέση. Σε αυτόν τον τομέα την πεντάδα συμπληρώνουν η Κοπεγχάγη, το Βερολίνο, το Αμβούργο και το Μόναχο.
Η έκθεση, πάντως, επισημαίνει ότι "σχετικά λίγοι συμμετέχοντες στην έρευνα δραστηριοποιούνται στην αγορά της Αθήνας. Όμως πιστεύουν ότι η πόλη προσφέρει μερικές από τις ισχυρότερες προοπτικές ανάπτυξης επί ευρωπαϊκού εδάφους. Αυτό δεν σχετίζεται μόνο με την πιθανή ανάκαμψη του τουρισμού, αλλά και με τη σχετική πολιτική σταθερότητα της Ελλάδας σε σύγκριση με την Τουρκία".
Το 38% εκείνων που συμμετείχαν στην έρευνα προβλέπει υψηλότερες αποδόσεις,
έναντι 25% στην έρευνα το 2021 και 13% το προηγούμενο έτος. Μεταξύ των
ερωτηθέντων στην έρευνα, το 82% αναμένει αύξηση του πληθωρισμού το
επόμενο έτος, σε σύγκριση με μόλις 34% πέρυσι. Το 44%
αναμένει αύξηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων και 62% αύξηση των
μακροπρόθεσμων επιτοκίων – πολύ υψηλότερη από πέρυσι.