Μετά από μία περίοδο σταδιακής ανάκαμψης του δείκτη επιχειρηματικής αισιοδοξίας το 2021 και επιστροφής του κοντά στα επίπεδα προ πανδημίας, τα γεγονότα του τελευταίου εξαμήνου είχαν ιδιαίτερα αρνητική επίδραση, με τα επίπεδα αισιοδοξίας να υποχωρούν αισθητά.
Ωστόσο, σημειώνεται ότι, παρά την πτώση, ο δείκτης που αφορά στις ελληνικές επιχειρήσεις παρέμεινε σε υψηλότερα επίπεδα συγκριτικά με τους αντίστοιχους δείκτες σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η έρευνα της Grant Thornton «Business Pulse» έδειξε ότι με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία έχει σημειώσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης το α' εξάμηνο του 2022, κάτι που αναμένεται να ισχύει και για το 3ο τρίμηνο του έτους, οι 4 στους 10 Έλληνες επιχειρηματίες δηλώνουν αισιόδοξοι για την εξέλιξη της οικονομίας. Εντούτοις είναι αξιοσημείωτη η πτώση της αισιοδοξίας σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όταν η σχετική αναλογία ήταν 6 στους 10.
Επίσης, οι Έλληνες επιχειρηματίες φαίνονται περισσότερο αισιόδοξοι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με την παγκόσμια. Οι 7 στους 10 είναι αισιόδοξοι ότι θα αυξηθούν τα έσοδα των επιχειρήσεών τους και οι 6 στους 10 τα κέρδη των επιχειρήσεών τους, όταν πέρυσι τα αντίστοιχα επίπεδα ήταν 8 και 7 στους 10 αντίστοιχα.
Οι 9 στους 10 Έλληνες επιχειρηματίες δηλώνουν ότι το κόστος παραγωγής τους θα αυξηθεί, ενώ 5 στους 10 εκτιμούν ότι το ποσοστό αύξησης θα ξεπεράσει το 10%. Παρατηρώντας ότι οι 2 στους 10 δηλώνουν ότι είναι διατεθειμένοι να απορροφήσουν το μεγαλύτερο κομμάτι της αύξησης αυτής, προκύπτει ότι η αύξηση τους κόστους παραγωγής θα έχει ως αποτέλεσμα η στρατηγική που θα υιοθετήσουν οι περισσότεροι να είναι η μετακύλιση του σημαντικότερου μέρους του στην τιμή του προϊόντος/υπηρεσίας. Η στρατηγική αυτή επιβεβαιώνεται και από την τιμολογιακή πολιτική που έχουν υιοθετήσει οι επιχειρήσεις, οι οποίες 8 στις 10 αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων/υπηρεσιών σε ευθεία γραμμή με την αύξηση του κόστους τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όρους ανταγωνιστικότητας και εξωστρέφειας.
Παρά τις προσδοκίες ανάπτυξης και το γεγονός ότι η πανδημία πλέον δεν φαίνεται να αποτελεί βασικό προβληματισμό των Ελλήνων επιχειρηματιών, οι νέοι περιορισμοί στο οικονομικό περιβάλλον έχουν ως αποτέλεσμα σήμερα η διάθεση για επενδύσεις να είναι μειωμένη. Εντάσεως κεφαλαίου επενδύσεις, όπως σε γη, κτίρια και μηχανήματα, σχεδιάζονται από όλο και λιγότερες επιχειρήσεις. Ο προσανατολισμός των επενδύσεων φαίνεται να είναι κυρίως σε τεχνολογία και ψηφιακό μετασχηματισμό, (6 στις 10 επιχειρήσεις), τάση η οποία πηγάζει και από τις νέες επιχειρηματικές πρακτικές που δημιουργήθηκαν και λόγω της πανδημίας.
Βασικοί περιορισμοί για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την έρευνα, είναι: η άνοδος των τιμών και ο πληθωρισμός ως παράγοντες μείωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, η αύξηση του λειτουργικού κόστους (ενέργεια, πρώτες ύλες), οι κίνδυνοι στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, καθώς και η αύξηση των επιτοκίων, γεγονότα τα οποία δημιουργούν σημαντικά μεγαλύτερη ανησυχία σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι 7 στους 10 βρίσκουν σημαντικό εμπόδιο την εύρεση κατάλληλου εξειδικευμένου προσωπικού.
Οι στρατηγικές που θα ακολουθήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να είναι εσωστρεφείς. Αναδιοργάνωση λειτουργικών διαδικασιών και ψηφιακός μετασχηματισμός, μείωση του κόστους τους, βελτίωση πρακτικών μάρκετινγκ και αποτελεσματικότητας πωλήσεων, επικέντρωση σε εγχώριες αγορές. Οι εξελίξεις στις εγχώριες και διεθνείς χρηματαγορές φαίνεται να επηρεάζουν και την προτεραιότητα που αναμένεται να δώσουν οι Έλληνες επιχειρηματίες στην εξεύρεση χρηματοδότησης τους επόμενους μήνες. Εντούτοις, αναπτυξιακά εργαλεία και ευκαιρίες όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και ο Αναπτυξιακός Νόμος φαίνεται να μην τυγχάνουν της προσοχής που θα αναμενόταν. Οι εξαγορές/συγχωνεύσεις, καθώς και η ενδυνάμωση του management φαίνεται να αφορούν ένα μικρό μέρος των επιχειρήσεων.
Ελαφρώς μειωμένη αλλά στα ίδια περίπου επίπεδα με πέρυσι (1 στους 3) παραμένει και η αισιοδοξία για αύξηση των εξαγωγών που αποδίδεται περισσότερο στην εξωστρέφεια που όλο και περισσότερο αναπτύσσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις παρά στο αναμενόμενο ευνοϊκό εξωτερικό περιβάλλον. Αντίστοιχη τάση παρατηρούμε και στον τομέα της απασχόλησης, όπου οι 5 στους 10 θεωρούν ότι θα σημειωθεί αύξηση της απασχόλησης, ποσοστό μικρότερο από του προηγούμενου έτους που ήταν 6 στους 10.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον σημείο της έρευνας είναι και ότι ο δείκτης προοπτικής αύξησης των μισθών, είναι ο μόνος που παρουσιάζει οριακή αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος (οι 5 στους 10 εκτιμούν ότι θα αυξηθούν οι μισθοί), γεγονός που αποδίδεται στις ενισχύσεις στους μισθούς που θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των πληθωριστικών πιέσεων αλλά και στις ελλείψεις προσωπικού στην αγορά εργασίας.