«Η αποστολή της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών», υπενθύμισε η κυρία Λαγκάρντ από το Αμβούργο, όπου συναντήθηκε με τον δήμαρχο Πέτερ Τσέντσερ.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη έφθασε τον Μάρτιο το 7,5% σε ετήσια βάση, επίπεδο-ρεκόρ, πολύ πάνω από τον στόχο 2% που είναι ο μεσοπρόθεσμος στόχος της τράπεζας, γεγονός που θέτει υπό πίεση τον θεσμό για να λάβει μέτρα αποκλιμάκωσης της πολιτικής νομισματικής χαλάρωσης έπειτα από χρόνια.
Το «ταξίδι» της νομισματικής εξομάλυνσης έπρεπε να έχει αρχίσει ήδη, κατά την κυρία Λαγκάρντ.
Αφού τερμάτισε τον Μάρτιο το έκτακτο πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας του νέου κορονοϊού, ένα ακόμη πρόγραμμα αγοράς χρεών, παλαιότερο, αναμένεται να λάβει τέλος με τη σειρά του: «θα σταματήσουμε τις αγορές στοιχείων ενεργητικού πιθανόν στις αρχές του τρίτου τριμήνου, μάλλον τον Ιούνιο».
Η απόφαση θα ληφθεί από το Εκτελεστικό Συμβούλιο στη βάση των οικονομικών δεδομένων που θα είναι διαθέσιμα στη συνεδρίασή του τον Ιούνιο. «Κατόπιν, θα είναι καιρός να εξετάσουμε τα επιτόκια», πρόσθεσε.
Αν η άνοδος των επιτοκίων αναφοράς –η πρώτη από το 2011– πρέπει να ακολουθήσει πολύ γρήγορα το τέλος της αγοράς αξιόγραφων, το τρέχον χρονοδιάγραμμα επιτρέπει να ληφθεί απόφαση στην τελευταία συνεδρίαση για θέματα νομισματικής πολιτικής πριν από τη θερινή διακοπή των εργασιών της, την 21η Ιουλίου.
Κατά την ΕΚΤ, η άνοδος των επιτοκίων θα γίνει «λίγο μετά» το τέλος των αγορών χρέους.