Το έργο χαρακτηρίζεται από μοναδικότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς κατά το παρελθόν έσωσε μια ολόκληρη πόλη και στο σήμερα, συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης, της επιστημονικής κοινότητας και, κυρίως, των κατοίκων της Λαυρεωτικής και των τοπικών φορέων - επιστημονικών, εργατικών και πολιτιστικών.
Η ιστορία του κτηρίου συνδέεται με τη μεγάλη μεταλλευτική παράδοση της περιοχής. Τον 19ο αιώνα, ο Ιταλός μεταλλειολόγος Ιωάννης Βαπτιστής Σερπιέρι (Jean Baptiste Serpieri, 1832-1897) ίδρυσε τη Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου (ΓΕΜΛ), αναζωογονώντας τη μεταλλευτική δραστηριότητα και φέρνοντας περίοδο άνθησης.
Ο αρχιμηχανικός της ΓΕΜΛ, Κωνσταντίνος Κονοφάγος, παρατηρώντας σοβαρά προβλήματα υγείας στους εργάτες, απέδωσε τις ασθένειες στην έκθεση σε τοξικούς ρύπους και σχεδίασε ένα πρωτοποριακό για την εποχή κτήριο-φίλτρο καπναερίων, το οποίο συγκρατούσε τις επικίνδυνες ουσίες μέσω ειδικών σήραγγων και πάνινων φίλτρων. Το έργο αυτό θεωρείται ένα από τα πρώτα έργα περιβαλλοντικής προστασίας στην Ελλάδα, πρωτοπόρο εγχείρημα τεχνικής παρέμβασης, μοναδικό ίσως για τα παγκόσμια δεδομένα.
Μετά το κλείσιμο της εταιρείας το 1982, το βιομηχανικό συγκρότημα πέρασε στην ιδιοκτησία του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο ανέθεσε στο ΕΜΠ την αποκατάσταση και επαναλειτουργία του ως Τεχνολογικό και Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου τη δεκαετία του 1990. Ανάμεσα στα ιστορικά κτήρια, το «Κονοφάγος» αποτελούσε πλέον μια περιβαλλοντική ωρολογιακή βόμβα, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων αρσενικού που περιείχε.
Η απορρύπανση και αποκατάστασή του αποτέλεσε ένα εξαιρετικά σύνθετο και μοναδικό έργο διεθνώς, που απαιτούσε καινοτόμες τεχνολογικές λύσεις και τη συνεργασία πολλών επιστημόνων του ΕΜΠ. Παράλληλα με την εξυγίανση, το κτήριο ενισχύθηκε και αποκαταστάθηκε οικοδομικά, εντασσόμενο στο σύνολο των διατηρημένων ιστορικών κτηρίων της πρώην ΓΕΜΛ. Το έργο υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Επιχειρησιακού Προγράμματος ΕΠΑνΕΚ 2014-2020 του ΕΣΠΑ.