Η Ελλάδα (30,3%) μαζί με τη Δανία (28,9%) κατέγραψαν τα υψηλότερα ποσοστά στο δείκτη υπερβολικού κόστους στέγασης, ξεπερνώντας κατά πολύ τις Κάτω Χώρες (15,3%), τη Γερμανία (14,8%) και τη Σουηδία (13,5%). Αντίθετα, η Κροατία (2,1%), η Κύπρος (2,8%) και η Σλοβενία (3,0%) είχαν τα χαμηλότερα ποσοστά.
Ο δείκτης υπερβολικού κόστους στέγασης περιλαμβάνει νοικοκυριά που δαπανούν το 40% ή και περισσότερο του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση
Το 2024, το 30,3% των νέων ηλικίας 15-29 ετών ζούσε σε νοικοκυριά που δαπανούσαν το 40% ή και περισσότερο του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο του πληθυσμού της ΕΕ (8,2%).

Σε 16 χώρες της ΕΕ, οι νέοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο οικονομικό βάρος στέγασης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η μεγαλύτερη διαφορά εντοπίζεται στη Δανία, με 14,3 ποσοστιαίες μονάδες, και ακολουθούν οι Κάτω Χώρες με 8,4 π.μ.
Παρ όλ αυτά οι χώρες όπου οι νέοι μετακομίζουν νωρίτερα από το πατρικό σπίτι, είναι χώρες όπως η Δανία, οι Κάτω Χώρες, η Γερμανία, η Σουηδία και η Φινλανδία, που καταγράφουν υπερβολικό κόστος στέγασης για τους νέους. Αντίθετα, σε χώρες όπου η έξοδος από το οικογενειακό σπίτι γίνεται αργότερα, όπως η Κύπρος, η Κροατία και η Ιταλία, τα ποσοστά είναι χαμηλότερα, με εξαίρεση την Ελλάδα, όπου οι νέοι συνεχίζουν να επωμίζονται μεγάλο οικονομικό βάρος για τη στέγαση.
