Η Τράπεζα κατέγραψε αξιοσημείωτη αύξηση στα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά έσοδα σε ετήσια βάση κατά 138%, τα οποία ανήλθαν σε €25,3 εκατ. έναντι €18,3 εκατ. την αντίστοιχη συγκριτική περίοδο, ενισχυμένα κυρίως από το ευνοϊκό περιβάλλον επιτοκίων, καθώς και από την αξιοσημείωτη πιστωτική επέκταση κατά τη διάρκεια και του πρώτου τριμήνου του 2024 επιβεβαιώνοντας τη δυναμική και την επανατοποθέτηση της Τράπεζας στην αγορά.
Τα καθαρά επαναλαμβανόμενα έσοδα σε ετήσια βάση αντίστοιχα βελτιώθηκαν κατά 36,3%, αποτέλεσμα των νέων εκταμιεύσεων καθώς και της αύξησης του επιτοκιακού εσόδου από δάνεια και απαιτήσεις κατά πελατών. Η αύξηση αντισταθμίστηκε από το σημαντικά υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης των εργασιών της Τράπεζας σε σχέση με τη συγκριτική περίοδο του 2023, ως αποτέλεσμα της προσαρμογής των προϊόντων καταθέσεων στα νέα επιτόκια της αγοράς.
Αντίστοιχα, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες διαμορφώθηκαν σε €3,1 εκατ., σημειώνοντας αύξηση κατά 78% σε ετήσια βάση, οδηγούμενα κυρίως από τη μεγαλύτερη παραγωγή, τη διεύρυνση εργασιών και την έμφαση στην έκδοση εγγυητικών επιστολών. Τα επαναλαμβανόμενα γενικά λειτουργικά έξοδα παρουσίασαν μείωση κατά 7% σε ετήσια βάση, καθώς η Διοίκηση παραμένει προσηλωμένη στη διακράτηση και μείωση του λειτουργικού κόστους και τη βέλτιστη αξιοποίηση των ιδίων πόρων της Τράπεζας.
Οι χορηγήσεις προ προβλέψεων ανήλθαν σε €3,63 δισ. την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ οι νέες εκταμιεύσεις επιταχύνθηκαν και κατά το α΄ τρίμηνο του 2024 και ανήλθαν σε €295 εκατ., από τα οποία τα €283 εκατ. αφορούν την επιχειρηματική τραπεζική και τα €12 εκατ. τη λιανική τραπεζική.
Η καθαρή πιστωτική επέκταση προήλθε κυρίως από τις χορηγήσεις σε επιχειρήσεις που εστιάζει η Τράπεζα στο πλαίσιο υλοποίησης του Επιχειρηματικού της Σχεδίου και διαμορφώθηκε σε €171 εκατ., σημειώνοντας καλύτερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το σύνολο της αγοράς, που παρουσίασε πιστωτική επέκταση κατά €156 εκατ. την ίδια χρονική περίοδο.
Το ποσοστό των νέων εκταμιεύσεων οι οποίες αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανήλθε σε €97 εκατ., που αντιστοιχεί στο 33% των νέων χορηγήσεων. Στόχος της Τράπεζας είναι να συνεχίσει να δίνει έμφαση στην παραδοσιακή ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση, αυξάνοντας σταδιακά το ποσοστό εσόδων από αυτή την κατηγορία πελατών, εμπλουτίζοντας παράλληλα τα διαθέσιμα προϊόντα.
Επαρκή ρευστότητα
Η Attica Bank διατηρεί επαρκή ρευστότητα με τις συνολικές καταθέσεις του Ομίλου να ανέρχονται στα επίπεδα των €3,1 δισ. κατά το α΄ τρίμηνο του 2024, με το δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) να ανέρχεται στο 268,6%. Το ισχυρό προφίλ ρευστότητας αντικατοπτρίζεται και στο δείκτη δανείων (προ προβλέψεων) προς τις καταθέσεις του Ομίλου, ο οποίος ανήλθε σε 47,6% (εξαιρουμένων των τιτλοποιήσεων).
Στο πλαίσιο του πλάνου της κεφαλαιακής ενίσχυσης της, η Τράπεζα προχώρησε και κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024 στην πώληση ακινήτων, με τα κέρδη να ανέρχονται σε €3,3 εκατ. Συμπεριλαμβανομένης και της επίπτωσης από την αποενοποίηση των εν λόγω ακινήτων, το κεφαλαιακό όφελος από τις πραγματοποιηθείσες πωλήσεις του 2023 και του α΄ τριμήνου του 2024, αναμένεται να διαμορφωθεί σε περίπου 65 μονάδες βάσης. Σε επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας, ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 10,8% σε τριμηνιαία βάση, εξαιτίας των λογιστικών προσαρμογών από τις μεταβατικές διατάξεις του IFRS 9 και της ισχυρής πιστωτικής επέκτασης που σημειώθηκε και κατά το α΄ τρίμηνο του έτους.
Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) του Ομίλου παρουσίασαν αύξηση κατά 12% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω της μεταφοράς παλαιότερων χορηγήσεων του legacy χαρτοφυλακίου της Τράπεζας σε καθεστώς MEA, στο πλαίσιο της οριστικής εξυγίανσης του ισολογισμού και διαφάνειας της Τράπεζας. Εξαιρουμένων των χορηγήσεων του legacy χαρτοφυλακίου, ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε στο 54,2%, μειωμένος κατά 270 μονάδες βάσης σε τριμηνιαία βάση και κατά 11,6 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι τα ποσοστά αθέτησης στη νέα παραγωγή για δάνεια που εκταμιεύθηκαν από το 2021, είναι μικρότερα από 1%.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός
Αναφορικά με το στρατηγικό σχεδιασμό της Τράπεζας, η περαιτέρω εξυγίανση του ισολογισμού θα εξεταστεί παράλληλα με την τελική υπαγωγή μέρους των ΜΕΑ της στο πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων «Ηρακλής ΙΙΙ», ταυτόχρονα και με τις προπαρασκευαστικές ενέργειες για την ενδεχόμενη συγχώνευση με την Παγκρήτια Τράπεζα, για τα οποία επί του παρόντος δεν έχει ληφθεί απόφαση από τα αρμόδια όργανα της Τράπεζας.
Οποιαδήποτε απόφαση εκ μέρους της Διοίκησης για υπαγωγή στο πρόγραμμα «Ηρακλής ΙΙΙ», θα ληφθεί υπό την αξιολόγηση της επίπτωσης που θα επιφέρει στα αποτελέσματα της Τράπεζας και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τυχόν επιπτώσεις θα αντισταθμίζονται από άλλες αντίστοιχες ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης ως αποτέλεσμα της συμφωνίας μεταξύ των βασικών μετόχων της Τράπεζας.