Η συμφωνία ανοίγει το δρόμο για την έναρξη διαπραγματεύσεων μεταξύ του
Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εφόσον επιτευχθεί πολιτική συμφωνία
μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων, το τελικό κείμενο θα πρέπει να εγκριθεί
επίσημα από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο.
Αναφορικά με τα νέα κτίρια, το Συμβούλιο συμφώνησε να προτείνει την
υποχρέωση κατασκευής κτιρίων μηδενικών εκπομπών (zero-emission buildings) από το 2028,
όταν αυτά ανήκουν σε δημόσιους φορείς, ενώ η υποχρέωση θα αφορά όλα τα νέα
κτίρια από το 2030.
Εξαιρέσεις θα είναι δυνατές για ορισμένα κτίρια, συμπεριλαμβανομένων
ιστορικών κτιρίων, χώρων λατρείας και κτιρίων που χρησιμοποιούνται για
αμυντικούς σκοπούς.
Για τα υπάρχοντα κτίρια, τα κράτη μέλη θα προτείνουν την εισαγωγή ελάχιστων προτύπων ενεργειακής απόδοσης, που θα αντιστοιχούν στη μέγιστη ποσότητα
πρωτογενούς ενέργειας που μπορούν να χρησιμοποιούν τα κτίρια ανά τμ. ετησίως. Σκοπός είναι η προώθηση των ανακαινίσεων και η σταδιακή κατάργηση των
κτιρίων με τη χειρότερη απόδοση.
Για τα υπάρχοντα μη-οικιστικά κτίρια, τα κράτη μέλη προωθούν τον ορίσμό ανώτατων ορίων ενεργειακής απόδοσης, με βάση τη χρήση πρωτογενούς ενέργειας. Ο ορισμός δύο ορίων, που θα σηματοδοτούν το 15% και το 25% των κτιρίων
με τη χειρότερη ενεργειακή απόδοση θα χρησιμοποιηθεί από τα κράτη μέλη, με
σκοπό όλα τα μη-οικιστικά κτίρια να αποδίδουν καλύτερα από το όριο του 15% έως
το 2030 και από το όριο του 25% έως το 2034.
Τα όρια θα καθοριστούν με βάση την ενεργειακή χρήση του εθνικού κτιριακού
αποθέματος την 1η Ιανουαρίου 2020 και ενδέχεται να διαφοροποιηθούν μεταξύ
διαφορετικών κατηγοριών κτιρίων.
Για τα υπάρχοντα κτίρια κατοικιών, τα κράτη μέλη συμφώνησαν να ορίσουν
ελάχιστα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης, ακολουθώντας την πορεία της προοδευτικής
ανακαίνισης του κτιριακού τους αποθέματος σε κτίρια μηδενικών εκπομπών έως το
2050, όπως περιγράφεται στα εθνικά σχέδια ανακαίνισης κάθε μέλους.
Η εθνική πορεία θα αντιστοιχεί στη μείωση της μέσης χρήσης πρωτογενούς
ενέργειας σε ολόκληρο το απόθεμα των κτιρίων κατοικιών κατά την περίοδο από το
2025 έως το 2050, με στόχο η μέση χρήση πρωτογενούς ενέργειας ολόκληρου του
κτιρίου κατοικιών είναι τουλάχιστον ίση με ενεργειακή απόδοση D έως το 2033.
Μια εθνικά καθορισμένη τιμή που θα προκύπτει από τη σταδιακή μείωση της μέσης
χρήσης πρωτογενούς ενέργειας από το 2033 έως το 2050, θα πρέπει να έχει
επιτευχθεί μέχρι το 2040.
Τα κράτη μέλη συμφώνησαν να προσθέσουν μια νέα κατηγορία «A0» στα
πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης που θα αντιστοιχεί σε κτίρια μηδενικών
εκπομπών. Επιπλέον, θα μπορούν να προσθέσουν μια νέα κατηγορία «A+» που
αντιστοιχεί σε κτίρια, τα οποία συνεισφέρουν επιπλέον στην παραγωγή επιτόπου
ανανεώσιμης ενέργειας για το δίκτυο.
Επιπλέον, συμφώνησαν να θέσουν απαιτήσεις που διασφαλίζουν ότι όλα τα
νέα κτίρια έχουν σχεδιαστεί για να βελτιστοποιούν το δυναμικό παραγωγής ηλιακής
ενέργειας. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται:
- έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, σε όλα τα νέα δημόσια και μη κτίρια με ωφέλιμο εμβαδόν άνω των 250 τμ.
- έως τις 31 Δεκεμβρίου 2027, σε όλα τα υπάρχοντα δημόσια και μη κτίρια, τα οποία υφίστανται ριζική ανακαίνιση, με ωφέλιμο εμβαδόν άνω των 400 τμ.· και
- έως τις 31 Δεκεμβρίου 2029, σε όλα τα νέα κτίρια κατοικιών.
Οι απαιτήσεις για τη διάθεση υποδομών βιώσιμης
κινητικότητας είναι το επόμενο σημείο της συμφωνίας, τα οποία περιλαμβάνουν σημεία φόρτισης για ηλεκτρικά αυτοκίνητα και ποδήλατα μέσα
ή δίπλα σε κτίρια, καλωδίωση για την πρόβλεψη μελλοντικών υποδομών και χώρους
στάθμευσης για ποδήλατα. Εισήγαγαν επίσης τα εθελοντικά διαβατήρια ανακαίνισης
κτιρίων, τα οποία θα παρέχουν μια σαφή πορεία για τη σταδιακή ανακαίνιση ενός
κτιρίου.
Τέλος, συμφώνησαν να εκδώσουν εθνικά σχέδια ανακαίνισης κτιρίων που θα
περιέχουν έναν οδικό χάρτη με εθνικούς στόχους για το 2030, το 2040 και το 2050,
όσον αφορά τον ετήσιο ρυθμό ενεργειακής ανακαίνισης, την πρωτογενή και τελική
κατανάλωση ενέργειας του εθνικού κτιριακού αποθέματος και τις λειτουργικές
μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Τα πρώτα σχέδια θα εκδίδονται έως τις 30
Ιουνίου 2026 και ανά 5ετία στη συνέχεια.
Η πρόταση θεωρείται ένας από τους απαραίτητους μοχλούς για την υλοποίηση
της Στρατηγικής του Renovation Wave, με συγκεκριμένα ρυθμιστικά, χρηματοδοτικά και
εξουσιοδοτικά μέτρα, με στόχο τουλάχιστον τον διπλασιασμό του ετήσιου ρυθμού
ενεργειακής ανακαίνισης των κτιρίων έως το 2030 και την προώθηση ουσιαστικών
ανακαινίσεων.