Οι προσβάσιμοι χώροι πρασίνου είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα, πολλά από τα οποία έχουν περιορισμένες ευκαιρίες για επαφή με τη φύση. Επιπλέον, η ύπαρξη δέντρων στο αστικό περιβάλλον μπορεί να μειώσει τη θερμοκρασία μιας πόλης κατά αρκετούς βαθμούς κατά τη διάρκεια των κυμάτων καύσωνα, μέσω της παροχής σκιάς και μιας διαδικασίας που ονομάζεται εξατμισοδιαπνοή.
Ουσιαστικά, πρόκειται για την
απώλεια νερού που επιτυγχάνεται μέσω της εξάτμισης από την επιφάνεια του
εδάφους και των φυτών, με τη συνδυασμένη απώλεια νερού μέσω του φυλλώματος
(διαπνοή).
Σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΕΑ), τα δέντρα καλύπτουν κατά μέσο όρο το 30% της γης σε 38 πρωτεύουσες της Ευρώπης, όταν τα δει κανείς από ψηλά. Πόλεις στη Φινλανδία και τη Νορβηγία να έχουν το υψηλότερο ποσοστό δενδροκάλυψης, ενώ πόλεις της Κύπρου, της Ελλάδας και της Μάλτα κατέγραψαν το χαμηλότερο ποσοστό.
Η σκανδιναβική πόλη του Όσλο έχει το μεγαλύτερο μερίδιο πρασίνου με 72% κάλυψη, ακολουθούμενη από την ελβετική πόλη της Βέρνης (53%) και πρωτεύουσα της Σλοβενίας, Λιουμπλιάνα με 50%. Το Παρίσι πέφτει πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με μόνο το 20% της πόλης να καλύπτεται από δέντρα. Η γαλλική πρωτεύουσα κατατάσσεται μετά τη Μαδρίτη (39%) και τη Ρώμη (24%).
Σημείωση: Το διάγραμμα απεικονίζει το ποσοστό της συνολικής πράσινης υποδομής, των πράσινων αστικών περιοχών και της δενδροκάλυψης 37 πρωτευουσών ως ποσοστό της αντίστοιχης επιφάνειας τους. Η κατάταξη έχει πραγματοποιηθεί με βάση τις επιδόσεις των πόλεων στους χώρους αστικού πρασίνου. Επιπλέον, το γράφημμα απεικονίζει τους μέσους όρους για όλες τις πόλεις που περιλαμβάνονται στο σύνολο δεδομένων Urban Atlas 2018, καθώς και για τις αντίστοιχες 37 πρωτεύουσες.
Σπάνιο το "πράσινο" στην Αθήνα
Το πράσινο είναι ακόμη πιο σπάνιο στην Αθήνα, η οποία καταλαμβάνει μόλις την 33η θέση με τα δέντρα να καλύπτουν μόνο το 11% της αστικής επιφάνειας, ενώ η Λευκωσία, πρωτεύουσα της Κύπρου, κλείνει την κατάταξη των υπό εξέταση πόλεων, με ποσοστό μόλις 4%.Περισσότερο ενθαρρυντικά είναι τα στοιχεία της Ελληνικής πρωτεύουσας, αναφορικά με τους χώρους αστικού πρασίνου, όπου η Αθήνα κατακτά την 3η θέση, με 15% κάλυψη της επιφάνειάς της. Το γεγονός αυτό, μαρτυρά τις προσπάθειες των τελευταίων ετών για την αύξηση του αστικού πρασίνου στη χώρα μας.
Συνολικά, η
μελέτη διαπίστωσε ότι οι πόλεις στη βόρεια και δυτική Ευρώπη τείνουν να έχουν
περισσότερη επιφάνεια πρασίνου από τις πόλεις της νότιας και της ανατολικής
Ευρώπης. Για το λόγο αυτό, η έρευνα εξετάζει τις κοινωνικοοικονομικές και
δημογραφικές ανισότητες στην πρόσβαση στους πράσινους χώρους στις ευρωπαϊκές πόλεις.
Χαρακτηριστικά, σε
όλη την Ευρώπη, οι χώροι πρασίνου είναι λιγότερο διαθέσιμοι σε αστικές
γειτονιές χαμηλότερου εισοδήματος από ό,τι σε γειτονιές υψηλότερου εισοδήματος,
με τις διαφορές να οφείλονται συχνά στην αγορά κατοικίας, δεδομένου ότι τα ακίνητα
σε πιο πράσινες περιοχές είναι συνήθως πιο ακριβά. Ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός
Υγείας συνιστά όλοι οι άνθρωποι να κατοικούν σε απόσταση 300 μέτρων από χώρους
πρασίνου, λιγότερο από το ήμισυ του αστικού πληθυσμού της Ευρώπης πληροί αυτές τις
προδιαγραφές. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι οι εθνικές και τοπικές κατευθυντήριες γραμμές ποικίλλουν ανά την
Ευρώπη και οι οδηγίες σχετικά με το πώς μπορεί να γίνει ισότιμη η πρόσβαση
μεταξύ των κοινωνικών ομάδων είναι σπάνιες.