«Περισσότερο αυξημένα κόστη χρηματοδότησης και λιγότερο συνετές δημοσιονομικές πολιτικές θα μπορούσαν να αυξήσουν τις ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του κρατικού χρέους, ιδιαίτερα στις χώρες στις οποίες τα επίπεδα του χρέους είναι ήδη υψηλά», προειδοποίησε ο Λουίς ντε Γκίντος, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, σε ομιλία που εκφώνησε στη Φρανκφούρτη.
Σήμερα η χώρα που προκαλεί τις περισσότερες ανησυχίες για το υψηλό δημόσιο χρέος της είναι η Ιταλία.
Ωστόσο όπως ανέφερε ο κεντρικός τραπεζίτης κατά την τρέχουσα περίοδο τα «σπρεντ» στις αγορές κρατικών ομολόγων -η διαφορά της απόδοσης ανάμεσα στο γερμανικό ομόλογο αναφοράς και αυτά των άλλων κρατών της ευρωζώνης- «παραμένη περιορισμένη».
Πράγματι πολλές κυβέρνησεις έχουν επιτύχει «φθηνές χρηματοδοτήσεις για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα στη διάρκεια της περιόδου των χαμηλών επιτοκίων». Όμως τα επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σήμερα στο υψηλότερο επίπεδο, με το κύριο μεταξύ αυτών να βρίσκεται στο 4%, ώστε να χαλιναγωγηθεί ο υπερβολικά υψηλός πληθωρισμός που καταγράφεται μετά την άνοδο των τιμών της ενέργειας.
Ο ντε Γκίντος υπογράμμισε, πως η ΕΚΤ θα διατηρήσει υψηλά τα επιτόκιά της «για αρκετό καιρό» ώστε «να συνεισφέρει σημαντικά» στην επίτευξη του στόχου για πληθωρισμό 2%. Την ίδια στιγμή, η δημοσιονομική πολιτική στην ευρωζώνη θα πρέπει να έχει στόχο να καταστήσει την οικονομία «πιο παραγωγική και να μειώσει σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος».