Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών λόγω της μεγαλύτερης αύξησης των εισαγωγών σε σχέση με την αύξηση των εξαγωγών. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 8,3% (5,9% σε σταθερές τιμές), ενώ οι εισαγωγές αγαθών παρουσίασαν αύξηση κατά 8,4% (10,6% σε σταθερές τιμές).
Συνολικά την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 1,3 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023 και διαμορφώθηκε σε 8,6 δισεκ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών αυξήθηκε λόγω της ταυτόχρονης μείωσης των εξαγωγών και της αύξησης των εισαγωγών. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 1,3% ( 4,3% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,1% (4,8% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν μείωση κατά 2,7%, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές κατέγραψαν αύξηση κατά 5,4% ( 5,6% και 5,7% σε σταθερές τιμές αντίστοιχα).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών διευρύνθηκε, λόγω της βελτίωσης πρωτίστως του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών και δευτερευόντως των ισοζυγίων μεταφορών και λοιπών υπηρεσιών. Σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2023, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 11,2% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 5,6%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων σημείωσε άνοδο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023, κυρίως λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων σχεδόν διπλασιάστηκε έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2023, λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Ισοζύγιο Κεφαλαίων
Τον Ιούλιο του 2024, το ισοζύγιο κεφαλαίων κατέγραψε μικρό πλεόνασμα ύψους 1,2 εκατ. ευρώ, έναντι ελλείμματος τον αντίστοιχο μήνα του 2023, αντανακλώντας την καταγραφή καθαρών εισπράξεων έναντι καθαρών πληρωμών στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024, το ισοζύγιο κεφαλαίων εμφάνισε έλλειμμα 564,8 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος την αντίστοιχη περίοδο του 2023, λόγω της μείωσης των καθαρών εισπράξεων της γενικής κυβέρνησης, καθώς και της καταγραφής καθαρών πληρωμών έναντι καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαίων
Τον Ιούλιο του 2024, το πλεόνασμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) μειώθηκε κατά 559,4 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023 και διαμορφώθηκε σε 247,4 εκατ. ευρώ.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024, το έλλειμμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων διευρύνθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023 και διαμορφώθηκε σε 9,1 δισεκ. ευρώ.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Ιούλιο του 2024, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν καθαρές ροές ύψους 92,6 εκατ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού καθαρές ροές ύψους 486,3 εκατ. ευρώ, χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού αντανακλά κυρίως την υποχώρηση κατά 718,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται κυρίως στην άνοδο κατά 228,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε μετοχές εγχώριων επιχειρήσεων και στην αύξηση κατά 135,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων καταγράφηκε μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, λόγω της υποχώρησης κατά 1,1 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 745,0 εκατ. ευρώ). Η μείωση των υποχρεώσεών τους προέρχεται από την υποχώρηση κατά 4,3 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εσωτερικό, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση κατά 1,6 δισεκ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεών τους προς μη κατοίκους και, σε μικρότερο βαθμό, από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 745,0 εκατ. ευρώ).
Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024, στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, οι απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατέγραψαν καθαρές ροές ύψους 978,1 εκατ. ευρώ και οι υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, σημείωσαν καθαρές ροές ύψους 2,6 δισεκ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της στην άνοδο κατά 3,3 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού. Η αύξηση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως την άνοδο κατά 6,1 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια, καθώς και την αύξηση κατά 1,8 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε μετοχές εγχώριων επιχειρήσεων.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων, η μείωση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού οφείλεται κυρίως στην υποχώρηση κατά 6,0 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από τη στατιστική προσαρμογή για την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 1,2 δισεκ. ευρώ) και από την αύξηση κατά 1,0 δισεκ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους. Η μείωση των υποχρεώσεών τους συνδέεται με την υποχώρηση κατά 1,8 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και κατά 1,5 δισεκ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεών τους προς μη κατοίκους, η οποία αντισταθμίστηκε ως ένα βαθμό από τη στατιστική προσαρμογή για την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 1,2 δισεκ. ευρώ).
Στο τέλος Ιουλίου του 2024, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 13,5 δισεκ. ευρώ, έναντι 12,2 δισεκ. ευρώ στο τέλος Ιουλίου του 2023.