Μνημόνιο Κατανόησης για τον Πρίνο υπέγραψαν Shell και Energean
Μνημόνιο Κατανόησης για τον Πρίνο υπέγραψαν Shell και Energean

Μνημόνιο Κατανόησης για τον Πρίνο υπέγραψαν Shell και Energean

Η συνεργασία έχει ως στόχο να συμβάλει στην προσπάθεια απανθρακοποίησης της Αιγύπτου.
RE+D magazine
17.02.2023

Μνημόνιο Κατανόησης για τη συνεργασία στην απανθρακοποίηση του μεγάλου τερματικού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) Idku στην Αίγυπτο, κατά το πρότυπο του σχεδίου που βρίσκεται σε εξέλιξη στον Πρίνο, υπέγραψαν ο ενεργειακός κολοσσός Shell με την Energean, την εταιρεία που διαχειρίζεται τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στον Πρίνο της Καβάλας.

Όπως αναφέρει σε ανάρτησή της στα κοινωνικά δίκτυα η Energean, το Μνημόνιο υπογράφηκε ανάμεσα στις αιγυπτιακές θυγατρικές των δύο ομίλων.  Η συνεργασία έχει ως στόχο να συμβάλει στην προσπάθεια απανθρακοποίησης και ενεργειακής μετάβασης της Αιγύπτου, στο πλαίσιο της στρατηγικής της χώρας για την αντιμετώπιση των συνεπειών της Κλιματικής Αλλαγής.

«H Energean θα εισφέρει την εμπειρία της στις λύσεις δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS) σε σχεδόν εξαντλημένα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, κατά το πρότυπο της διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη στον Πρίνο», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανάρτηση της εταιρείας. Ο στόχος της Shell αφορά τη δέσμευση CO2 στο τερματικό LNG που λειτουργεί στο Idku της Αιγύπτου και την αποθήκευσή του σε εξαντλημένο ταμιευτήρα της παραχώρησης του Abu Qir, που λειτουργεί η Energean στον Κόλπο της Αλεξάνδρειας.

Σημειώνεται ότι το project σύλληψης και αποθήκευσης στον Πρίνο έχει ενταχθεί στο εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ελληνικό πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η Energean, στην βάση της σχετικής άδειας που τής έχει χορηγήσει η ΕΔΕΥΕΠ,  έχει σε εξέλιξη σειρά ερευνών για την αποθηκευτική δυναμικότητα του Πρίνου και ήδη μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, όπως η Halliburton και η Wood plc έχουν ολοκληρώσει τις πρώτες τεχνικές μελέτες.  

Πρόκειται για μια επένδυση που θα ήταν δυνατό να φθάσει το 1 δισεκ. δολάρια, και η οποία εκτιμάται ότι θα ήταν εφικτό να λειτουργήσει περί τα τέλη του 2025 με αρχές 2026, με προφανή οφέλη για το περιβάλλον την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση με επίκεντρο την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.