Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, που εξέτασε τρία προγράμματα κατάρτισης της περιόδου 2017-2020 και 17 προγράμματα απασχόλησης της περιόδου 2017-2021 στην Ελλάδα, ο αντίκτυπος των προγραμμάτων στην απασχολησιμότητα και στη διαμόρφωση των εισοδημάτων των ωφελουμένων είναι ιδιαίτερα σημαντικός.
Συγκεκριμένα, για τα προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης ανέργων:
- 12 μήνες μετά την έναρξη συμμετοχής, το ποσοστό απασχόλησης των συμμετεχόντων ήταν 59% υψηλότερο από αυτό των μη συμμετεχόντων (86,4% έναντι 27,7%),
- 24 μήνες μετά την έναρξη συμμετοχής, το ποσοστό απασχόλησης των συμμετεχόντων ήταν 33% υψηλότερο από αυτό των μη συμμετεχόντων (61,4% έναντι 28,6%),
- 36 μήνες μετά την έναρξη συμμετοχής, οι συμμετέχοντες έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να απασχοληθούν σε σχέση µε τους μη συμμετέχοντες, καθώς το ποσοστό απασχόλησής τους ήταν 59% σε σύγκριση με το 32% της ομάδας σύγκρισης (διαφορά 27%).
Για τα προγράμματα επιδοτούμενης συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης:
- 12 μήνες μετά την έναρξη συμμετοχής, η πιθανότητα απασχόλησης είναι 9% υψηλότερη από αυτό των μη συμμετεχόντων (18% έναντι 11%),
- 24 μήνες μετά την έναρξη συμμετοχής, η πιθανότητα απασχόλησης είναι 9% υψηλότερη από αυτό των μη συμμετεχόντων (24% έναντι 15%).
Επιπλέον, οι επιδράσεις της κατάρτισης στις σωρευτικές αποδοχές αναπτύσσονται σταθερά με την πάροδο του χρόνου και τρία έτη, μετά την έναρξη της κατάρτισης, οι συμμετέχοντες έχουν κερδίσει 1.500 ευρώ (σε τιμές 2015) περισσότερα από ό,τι παρόμοιοι αναζητούντες εργασία που δεν συμμετείχαν στην κατάρτιση.
Επίσης, στην έκθεση γίνεται αναφορά στις τρέχουσες μεταρρυθμίσεις, που σχετίζονται με το έργο της ΔΥΠΑ, για τη βελτίωση των υπηρεσιών της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα τόσο για όσους αναζητούν εργασία όσο και για τους εργοδότες.