Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται μία σημαντική επίδοση για τα Ιόνια νησιά που το 2022 πήραν την πρωτιά ως προς τη Μέση Δαπάνη ανά Επίσκεψη, με σημαντικό, διψήφιο ποσοστό αύξησης κατά 31% σε σχέση με το 2019, φτάνοντας τα 821 ευρώ.
Στον αντίποδα, η Περιφέρεια με τις χαμηλότερες τουριστικές εισπράξεις πανελλαδικά είναι η Δυτική Μακεδονία, με μόλις 49 εκατ. ευρώ, ενώ στην Περιφέρεια Ηπείρου καταγράφεται η χαμηλότερη Μέση Δαπάνη Ανά Επίσκεψη, με 240 ευρώ, στοιχεία που αναδεικνύουν τις δυνατότητες τουριστικής ανάπτυξης των δύο Περιφερειών.
Ως προς τα μερίδια των επισκέψεων από τον εισερχόμενο τουρισμό, σύμφωνα με τον ΙΝΣΕΤΕ «πρωταθλητής» παραμένει το Νότιο Αιγαίο, αν ληφθεί υπόψη ότι με 6,7 εκατ. επισκέψεις, υποδέχθηκε πάνω από το 1/5 (το 21%) επί του συνόλου. Επιπλέον, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, με ένα μερίδιο 18% (όσο σχεδόν και η Αττική) και 5,6 εκατ. επισκέψεις διατηρεί υψηλό ποσοστό λόγω και του οδικού τουρισμού. Από την άλλη, στο ελάχιστο - 1% - είναι το μερίδιο των επισκεπτών στο Βόρειο Αιγαίο, όπως και στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.
Σε σχέση με τα ποιοτικά στοιχεία, συνολικά η Ελλάδα έχει πολύ υψηλό επίπεδο ικανοποίησης των πελατών ξενοδοχείων, με βαθμολογία 87% στο συνολικό δείκτη ικανοποίησης-GRI με βάση τις σχετικές κριτικές.
Από τις 13 Περιφέρειες της χώρας, δύο Περιφέρειες συγκεντρώνουν βαθμολογία άνω του 90%, η Ήπειρος (90,8%) και οι Κυκλάδες (90,2%), ενώ η Αττική και τα Ιόνια Νησιά έχουν τα συγκριτικά χαμηλότερα -αν και αρκετά υψηλά- ποσοστά με 85% και 84,5% αντίστοιχα.
Ο πολιτιστικός πλούτος της χώρας, με αρχαίους αλλά και σύγχρονους πόρους, καθώς και τα περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης στους ελληνικούς προορισμούς αποτυπώνονται σε όλες τις Περιφέρειες.
Για παράδειγμα, στην Ελλάδα υπάρχουν 867 παραδοσιακοί οικισμοί, με τους περισσότερους να βρίσκονται στις Κυκλάδες (163), την Πελοπόννησο (149), την Κρήτη (99) και τα Ιόνια Νησιά (84).