Οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις της Eurostat για τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης (ΙΑΔ) και το ΑΕΠ του 2024 αποτυπώνουν σημαντικές διαφορές στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, εκφρασμένο σε όρους αγοραστικής δύναμης μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με δέκα χώρες, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 34% του πληθυσμού της ΕΕ, να ξεπερνούν τον μέσο όρο.
Το χαμηλότερο επίπεδο ΑΕΠ κατά κεφαλήν καταγράφηκε στη Βουλγαρία, με 34% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ ακολουθούν Ελλάδα και Λετονία με 30% και 29% αντίστοιχα.
Το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία είχαν τα υψηλότερα επίπεδα (141% και 111% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αντίστοιχα), ακολουθούμενα από την Ολλανδία (35% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), τη Δανία (+28%) και το Βέλγιο (+17%).
Το Λουξεμβούργο έχει το υψηλότερο ΑΕΠ κατά κεφαλήν από όλες τις 27 χώρες που περιλαμβάνονται σε αυτή τη σύγκριση, με 141% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Αυτό εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός αλλοδαπών κατοίκων απασχολούνται στη χώρα και συνεπώς συνεισφέρουν στο ΑΕΠ της, ενώ δεν αποτελούν μέρος του πληθυσμού του Λουξεμβούργου. Η κατανάλωση τους καταγράφεται στους εθνικούς λογαριασμούς της χώρας στην οποία κατοικούν.
Η Ιρλανδία κατατάσσεται δεύτερη μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, με 111% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ακολουθούμενη από την Ολλανδία και τη Δανία, κάθε μία με ΑΕΠ κατά κεφαλήν πάνω από 20% πάνω από τον μέσο όρο. Το υψηλό επίπεδο ΑΕΠ κατά κεφαλήν στην Ιρλανδία εξηγείται εν μέρει από την παρουσία μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών στην χώρα. Η σχετική παραγωγή μέσω αυτών των περιουσιακών στοιχείων συνεισφέρει στο ΑΕΠ, ενώ ένα μεγάλο μέρος των εσόδων από αυτή την παραγωγή επιστρέφει στους τελικούς ιδιοκτήτες των εταιρειών στο εξωτερικό.
Το Βέλγιο, η Αυστρία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Μάλτα και η Φινλανδία ήταν τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ με ΑΕΠ κατά κεφαλήν πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Γαλλία, η Ιταλία, η Κύπρος, η Ισπανία, η Τσεχία και η Σλοβενία ήταν λιγότερο από 10% κάτω από τον μέσο όρο, ακολουθούμενες από τη Λιθουανία και την Πορτογαλία με 10% έως 20% κάτω από αυτόν. Το ΑΕΠ κατά κεφαλήν της Εσθονίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Κροατίας, της Ουγγαρίας, της Σλοβακίας και της Λετονίας ήταν 30% χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Το ΑΕΠ κατά κεφαλήν της Ελλάδας ήταν 30% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ και η Βουλγαρία κατέγραψε ΑΕΠ κατά κεφαλήν 34% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.