Οπως αναφέρει η Τράπεζα Πειραιώς στην ανάλυσή της για τις Διεθνείς Μακρο-Οικονομικές Τάσεις η συμφωνία προβλέπει παράταση της εμπορικής εκεχειρίας για έναν ακόμη χρόνο, καθώς και ουσιαστική μείωση δασμών και διοικητικών περιορισμών που είχαν επιβληθεί εκατέρωθεν τα προηγούμενα χρόνια. Η εξέλιξη αυτή περιορίζει σημαντικά την αβεβαιότητα στο παγκόσμιο εμπόριο και ενισχύει την εκτίμηση ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου προκρίνουν τη συνεννόηση έναντι της έντασης.
Παράλληλα, διατηρείται –έστω και εύθραυστη– η ανακωχή ανάμεσα σε Ισραήλ και Χαμάς, χάρη στην άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ και περιφερειακών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Αντίθετα, στο ουκρανικό μέτωπο δεν καταγράφεται ουσιαστική πρόοδος, με τις διπλωματικές προσπάθειες να παραμένουν στάσιμες.
Οσον αφορά στις ΗΠΑ η αδυναμία συμφωνίας μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό οδήγησε σε shutdown των μη κρίσιμων υπηρεσιών από την 1η Οκτωβρίου έως τις 12 Νοεμβρίου – το μεγαλύτερης διάρκειας στην αμερικανική ιστορία. Αν και εξασφαλίστηκε χρηματοδότηση έως τις 30 Ιανουαρίου 2026, το ενδεχόμενο νέας δημοσιονομικής κρίσης τους επόμενους μήνες δεν αποκλείεται.
Τα πρώτα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ήπια και πιθανώς προσωρινή επιβράδυνση, χωρίς όμως να διαφαίνεται σημαντική επίδραση στον ρυθμό ανάπτυξης. Παράλληλα, οι πληθωριστικές πιέσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν από τους δασμούς παραμένουν «απρόσμενα ήπιες». Ωστόσο, οι συνθήκες στην αγορά εργασίας έχουν επιδεινωθεί, γεγονός που οδήγησε τη Federal Reserve στη μείωση του βασικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης στην τελευταία συνεδρίαση της 30ης Οκτωβρίου.
Ευρωζώνη: Ανάπτυξη 0,2% στο Γ΄ τρίμηνο
Η οικονομία της Ευρωζώνης κατέγραψε στο Γ΄ τρίμηνο ρυθμό ανάπτυξης 0,2% σε τριμηνιαία βάση και 1,4% σε ετήσια, εμφανίζοντας ελαφρά βελτίωση σε σχέση με το Β΄ τρίμηνο. Η αγορά εργασίας διατηρείται σε εξαιρετικά κατάσταση, στηρίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση, ενώ ο πληθωρισμός παραμένει κοντά στον στόχο του 2%.
Με αυτά τα δεδομένα, η ΕΚΤ αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια. Παρ’ όλα αυτά, η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις: ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις σε τεχνολογία και παραγωγικότητα, υψηλό ενεργειακό κόστος, πιεσμένους κρατικούς προϋπολογισμούς λόγω αμυντικών δαπανών και δημογραφικής γήρανσης. Οι παράγοντες αυτοί αυξάνουν τον κίνδυνο πολιτικής αστάθειας.
Τέλος στην Κίνα, τα τελευταία οικονομικά δεδομένα δείχνουν αξιοσημείωτη επιβράδυνση, αν και ο στόχος ανάπτυξης «κοντά στο 5%» για το 2025 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί. Παρότι δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο αν η επιβράδυνση είναι προσωρινή, κρίσιμος παράγοντας για τη διατήρηση ισχυρής αναπτυξιακής δυναμικής θεωρείται η ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης — εξέλιξη που μέχρι σήμερα δεν έχει εμφανιστεί με την αναμενόμενη ένταση.