Visa: Νέα στοιχεία για την τουριστική δαπάνη στην Ελλάδα
Visa: Νέα στοιχεία για την τουριστική δαπάνη στην Ελλάδα

Visa: Νέα στοιχεία για την τουριστική δαπάνη στην Ελλάδα

Share Copy Link
RE+D magazine
10.12.2024

Οι δαπάνες των τουριστών στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 14% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος από τον Οκτώβριο του 2023 έως τον Σεπτέμβριο του 2024, σύμφωνα με την «Ανάλυση της Visa για τον Μεσογειακό Τουρισμό», η οποία παρουσιάστηκε από την εταιρεία.

Η ανάλυση καλύπτει τις συναλλαγές σε φυσικά καταστήματα στην Ελλάδα με κάρτες Visa που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό, τη χρονική περίοδο από τον Οκτώβριο του 2023 έως τον Σεπτέμβριο του 2024 και σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το προηγούμενο έτος. Η «Ανάλυση της Visa για τον Μεσογειακό Τουρισμό» κοινοποιείται στο ελληνικό Υπουργείο Τουρισμού στο πλαίσιο του Μνημονίου Συνεργασίας που υπεγράφη με τη Visa το 2022, και αποτελεί μια χρήσιμη πηγή πληροφοριών για το στρατηγικό σχέδιο του Υπουργείου.

Συγκεκριμένα, ο τομέας του τουρισμού στην Ελλάδα εξακολουθεί να ακμάζει με βασικούς δείκτες να καταγράφουν μεταξύ άλλων, ισχυρή αύξηση τόσο στον αριθμό των επισκεπτών όσο και σε αριθμό συναλλαγών μεταξύ άλλων. Οι επισκέπτες αυξήθηκαν κατά 17%, ενώ οι συναλλαγές σημείωσαν άνοδο 22%, γεγονός που υποδηλώνει στροφή προς πληρωμές χωρίς μετρητά.

Οι χώρες που συνεισφέρουν περισσότερο στον ελληνικό τουρισμό

Οι βασικές χώρες που τροφοδότησαν την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, περιλαμβάνουν το Ηνωμένο Βασίλειο με αύξηση 12%, τις ΗΠΑ (14%), τη Γερμανία (24%) και τη Γαλλία (10%). Η Αθήνα αναδείχθηκε ως ο πιο δημοφιλής προορισμός ανάμεσα σε όλες τις ελληνικές πόλεις, σημειώνοντας αύξηση 17% σε σχέση με πέρυσι, με δεύτερη τη Μύκονο. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατέγραψαν τη μεγαλύτερη μέση δαπάνη ανά επισκέπτη, ενώ η Τουρκία παρουσίασε την πιο αξιοσημείωτη αύξηση σε τουριστικές δαπάνες με +114%, ακολουθούμενη από  την Κίνα με αύξηση 63%.

Πέρα από την τουριστική περίοδο

Τα στοιχεία της Visa δείχνουν ότι η αύξηση στις δαπάνες κατά τους μήνες εκτός υψηλής τουριστικής περιόδου, ήταν μεγαλύτερη από την αύξηση που παρατηρήθηκε στα μέσα του καλοκαιριού. Τον Μάρτιο του 2024 καταγράφηκε αύξηση δαπανών 19% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2023, ο Απρίλιος σημείωσε άνοδο 17%, ενώ ο Σεπτέμβριος παρουσίασε αύξηση 15%. Οι  δαπάνες των επισκεπτών κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο αντιστοιχούν στο 39% της συνολικής ετήσιας δαπάνης.

 Περιοχές με την υψηλότερη τουριστική δαπάνη

Η περιοχή που καταγράφεται η υψηλότερη αξία συναλλαγών εξακολουθεί να είναι η Αθήνα, καταγράφοντας αύξηση 18% σε ετήσια βάση. Προορισμοί που παρουσιάζουν διαφοροποιημένη τάση από το μέσο όρο είναι η Ρόδος και τα Χανιά (22%), η Μύκονος (+2%), η Σαντορίνη (-1%).

Κατηγορίες δαπανών και ανάπτυξη

Η κατανομή των δαπανών των επισκεπτών στην Ελλάδα αποκαλύπτει ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων, με τα αγαθά λιανικής να κατέχουν την πρώτη θέση με ετήσια αύξηση 26%, αλλά να αντιπροσωπεύουν μόνο το 4% του συνόλου. Οι δαπάνες για εστίαση και νυχτερινή ζωή αυξήθηκαν κατά 21% αποτελώντας το 25% της συνολικής δαπάνης, ενώ οι δαπάνες σε παντοπωλεία και σούπερ μάρκετ αυξήθηκαν επίσης κατά 17% αποτελώντας το 8% της συνολικής δαπάνης.

POS vs Αναλήψεις από ΑΤΜ

Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει σημαντική πρόοδο στην ενίσχυση των ψηφιακών συναλλαγών. Η χρήση καρτών σε τερματικά POS έχει φτάσει στο εντυπωσιακό ποσοστό του 77%, ενώ οι αναλήψεις από ΑΤΜ αντιστοιχούν στο 23%. Σε σύγκριση με άλλες μεσογειακές χώρες, η Ελλάδα μειώνει τη διαφορά, αλλά φαίνεται να υπάρχει ακόμη περιθώριο για αύξηση των συναλλαγών μέσω POS. Η Γαλλία ηγείται στη χρήση καρτών με 90% έναντι 10% σε αναλήψεις από ΑΤΜ, ενώ ακολουθεί η Ιταλία και η Ισπανία με 89% των συναλλαγών να πραγματοποιούνται σε POS και 11% σε ΑΤΜ. Στην Ελλάδα, οι αναλήψεις από ΑΤΜ μειώνονται σταθερά, αντικατοπτρίζοντας τη μετακίνηση προς τις συναλλαγές με κάρτες. Ειδικότερα, το 2023 οι αναλήψεις ανέρχονταν σε 26%, ενώ το 2021 ήταν 35% και το 2019 42%, υποδεικνύοντας μια ξεκάθαρη μετακίνηση προς τις πληρωμές χωρίς μετρητά. Η τάση αυτή ενισχύεται από τη μείωση της μέσης αξίας συναλλαγής κατά 6% σε σχέση με πέρυσι, υποδεικνύοντας πιο ευέλικτη χρήση καρτών ακόμη και για μικρής αξίας συναλλαγές.