Σύμφωνα με την διευθύντρια του Εργαστηρίου ΔΑΔ, Επίκουρη Καθηγήτρια Ελεάννα Γαλανάκη το 54% των ερωτώμενων έχουν πλέον εμπειρία τηλεργασίας, είτε κατά τη διάρκεια της πανδημίας ή νωρίτερα. Πριν την πανδημία, μόνο το 28% είχε τέτοια εμπειρία. Οι τηλεργαζόμενοι εμφανίζονται λιγότεροι κατά τη διάρκεια της έρευνας το 2021 (27,8%) σε σχέση με το 2020 (52%), αφού είχαν «χαλαρώσει» τα σχετικά μέτρα. Από ό,τι φαίνεται, οι επιχειρήσεις δεν επέλεξαν να κρατήσουν απαραίτητα την εξ αποστάσεως εργασία, λέει η κ. Γαλανάκη. Είναι ενδιαφέρον, ότι ελάχιστοι ανέφεραν ότι θα ήθελαν είτε να τηλεργαστούν αποκλειστικά ή τις περισσότερες ημέρες (6,3%), είτε ποτέ ξανά (9,4%).
Αξίζει να σημειωθεί, όπως προκύπτει από την έρευνα, ότι από αυτούς που δεν έχουν καθόλου εμπειρία τηλεργασίας και αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% του δείγματος, το 40% δεν θα ήθελε να εργαστεί έτσι, άλλο ένα 40% δηλώνει αδιάφορο για την τηλεργασία (ούτε προτίμηση, ούτε αποφυγή), αλλά υπάρχει κι ένα 20% που δηλώνουν, ότι θα ήθελαν να έχουν τη δυνατότητα της τηλεργασίας, παρόλο που δεν την έχουν δοκιμάσει.
Το 85% αυτών που τηλεργάζονται σήμερα, επιθυμούν να συνεχίσουν την τηλεργασία (πολύ: 20%, αρκετά: 37%, μέτρια: 27%) και το 84% προτιμά είτε μία τακτικότητα στην τηλεργασία (μία φορά ή περισσότερες ανά εβδομάδα -50,5%), είτε εφαρμογή της τηλεργασίας σπάνια, όποτε αυτό χρειάζεται (34%).
Πιο αρνητικοί στην τηλεργασία είναι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία και αυτοί που στη δουλειά τους «βοηθούν άλλους ανθρώπους (πχ εκπαίδευση, ιατρική, νοσηλευτική, παροχή πληροφοριών, κλπ)». Πιο θετικοί είναι όσοι κυρίως εργάζονται «με νούμερα, αρχεία ή μηχανές, και με δεδομένο».
Από ό,τι φαίνεται, η πλειοψηφία των εργοδοτών (63%) το 2021, περισσότεροι από ότι το 2020, παρείχαν εργαλεία υποστήριξης της τηλεργασίας, κυρίως φορητούς υπολογιστές, λογισμικό και εργαλεία πρόσβασης/ επικοινωνίας. Οι τηλεργαζόμενοι στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, όμως, ένιωσαν σημαντικά μεγαλύτερη υποστήριξη από τους εργοδότες και τους συναδέλφους τους, από ότι οι εργαζόμενοι στις μικρότερες.
Τρεις στους πέντε ερωτηθέντες «αντιμετωπίζουν λιγότερο εργασιακό άγχος όταν εργάζονται από απόσταση, έχουν καλύτερη αποδοτικότητα, ενώ εξοικονομούν χρόνο και δαπάνες μετακίνησης», αναφέρεται στην έρευνα.
Δύο στους 5 ερωτηθέντες, υποδηλώνουν πως «αρκετοί έχουν στρες», γιατί «μπορεί ο εργαζόμενος να δυσκολεύεται να συμβιβάσει τους πολλαπλούς ρόλους, πχ οικογένεια και δουλειά». Το παραπάνω ποσοστό ήταν υψηλότερο το 2020, όπου και τα σχολεία ήταν κλειστά, ενώ το 2021 μειώθηκε, προσθέτει η κ. Γαλανάκη.
Άλλωστε, το 42% των ερωτώμενων δηλώνουν, ότι αυξήθηκαν οι ώρες εργασίας τους σε σχέση με πριν την πανδημία.
«Η αποκλειστική τηλεργασία δε συστήνεται σύμφωνα με τη βιβλιογραφία», υπογραμμίζει η κ. Γαλανάκη. «Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα και πρέπει να έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους, έτσι χτίζονται σχέσεις εμπιστοσύνης», εξηγεί. Επίσης, την περίοδο της πανδημίας, όπου οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους, παρατηρείται αύξηση των ψυχολογικών φαινομένων, συμπληρώνει.
Επιπλέον, δεν μπορούν όλα τα επαγγέλματα να κάνουν τηλεργασία. Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο το 50% περίπου των εργαζομένων ανά χώρα μπορεί να δουλέψει εξ αποστάσεως. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο, γύρω στο 40%, γιατί σημαντικό μέρος του πληθυσμού εργάζεται στον πρωτογενή τομέα (αγρότες), στον τουρισμό και στη ναυτιλία, όποτε υπάρχει «μικρότερη αναλογία δυνητικά τηλεργατικών επαγγελμάτων». Επιπλέον, σημειώνει η κ. Γαλανάκη η τηλεργασία συναντάται ως επί το πλείστον στην Αθήνα, όχι στην επαρχία.
Όπως και να έχει, οι προβλέψεις των περισσότερων ερωτώμενων για την τηλεργασία είναι ότι θα διευρυνθεί η χρήση της στο μέλλον. Αυτή η πεποίθηση είναι πιο ισχυρή το 2021 από το 2020 και σε όσους έχουν εμπειρία τηλεργασίας. «Η τεχνολογία μας επιτρέπει αυτό το νέο τρόπο εργασίας, ο οποίος έχει πολλές δυνατότητες, αλλά πρέπει να χρησιμοποιείται με μέτρο και μέχρι εκεί που είναι εφικτό», καταλήγει η κ. Γαλανάκη.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ