Υπενθυμίζεται ότι μετά την καταγγελία της σύμβασης διαχείρισης επενδύσεων της DCΡ από την DCΙ πριν από ένα χρόνο, η DCP άσκησε αγωγή στο αρμόδιο δικαστήριο στην Αγγλία (High Court of Justice of England and Wales) ζητώντας να αναγνωριστεί ότι η σχετική καταγγελία ήταν αβάσιμη και καταχρηστική και απαιτώντας δεδουλευμένες αμοιβές αλλά και σχετικές αποζημιώσεις που ανέρχονται σε αθροιστικό ποσό υπερβαίνον τα 10 εκατομμύρια ευρώ.
Η DCI υπέβαλε ανταγωγή, υποστηρίζοντας ότι ήταν δικαιολογημένη η παύση της DCP ως διαχειριστή επενδύσεων, με τον ισχυρισμό ότι DCP δεν είχε ενημερώσει πλήρως και επαρκώς το Δ.Σ. της DCI το 2018 σχετικά με δικαίωμα προαίρεσης αγοράς 15% των μετοχών του Amanzoe που είχε συμφωνήσει με την Grivalia Hospitality A.E., στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης διαχείρισης του έργου από αυτή. Επιπλέον, η DCI υπέβαλε και μια αίτηση επιδιώκοντας την άμεση έκδοση απόφασης (summary judgment) που θα απέρριπτε τη βάση της αξίωσης της DCP και θα αποδεχόταν την ανταγωγή της DCI.
Η αίτησή της DCI απερρίφθη σε όλα τα σημεία της από το αγγλικό δικαστήριο.
Συγκεκριμένα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση:
«Μια σημαντική δυσκολία για την DCI αποτελεί το γεγονός ότι τρία άτομα που συμμετείχαν στη σχετική συνεδρίαση (σ.σ. συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τον Ιούλιο του 2018), δύο εκ των οποίων είναι νομικοί, καταθέτουν ρητά ότι το σχετικό δικαίωμα προαίρεσης είχε αναφερθεί στο Δ.Σ. παρά τα όσα υποστηρίζει η DCI ότι συνέβησαν στην επίμαχη συνεδρίαση».
«Η DCI δεν επικαλείται καμία μαρτυρία προσώπου το οποίο να παρίστατο στην επίμαχη συνεδρίαση Δ.Σ. Ο μόνος μάρτυρας της DCI σε αυτό το στάδιο, παρά το γεγονός ότι DCI αιτήθηκε χρονική παράταση για την προσκόμιση περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων και μαρτύρων, είναι ο κ. Huls, ο οποίος διορίσθηκε ως μέλος Δ.Σ. της DCI τον Ιούνιο του 2021».
Είναι «κοινά αποδεκτό ότι η DCΡ θα διατηρούσε το ρόλο της ως διαχειριστής του Amanzoe και ως εκ τούτου θα αποκτούσε οικονομικό όφελος με τη μορφή συμμετοχής της στο μετοχικό κεφαλαίο του Amanzoe, γεγονός που γνωστοποιήθηκε αποκαλύφθηκε στο Δ.Σ. της DCI».
Το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς μετοχών που συμφώνησε η DCP με την Grivalia δεν ήταν «αντικειμενικά ασυνεπές ή ασυμβίβαστο με τον συνεχιζόμενο ρόλο της DCP στη διαχείριση του θέρετρου, επί τη βάσει του οποίου η DCP λογικά ανάμενε την ουσιαστική ανταμοιβή της τόσο με τη μορφή χρηματικής πληρωμής όσο και άλλων αμοιβών».
Η DCP «γνωστοποίησε οικειοθελώς την ύπαρξη του δικαιώματος προαίρεσης αγοράς μετοχών σε τουλάχιστον έναν από τους μετόχους της DCI αλλά και στον Ελληνικό Τύπο την επομένη της υπογραφής των σχετικών συμβάσεων αγοραπωλησίας μετοχών. Δεν απέκρυψε σε καμία περίπτωση τα οικονομικά ανταλλάγματα που θα ελάμβανε από το ρόλο της ως διαχειριστή του Amanzoe υπό τη νέα ιδιοκτησία».
Τέλος, η DCP «ήταν ανοιχτή στο να ενημερώσει το κοινό γενικότερα για το γεγονός ότι είχε τη δυνατότητα να αυξήσει τη συμμετοχή της στο Amanzoe σε ποσοστό 30%. Αυτή η αντικειμενική συμπεριφορά της DCP κατά την επίμαχη χρονική περίοδο υποδηλώνει σαφώς την ειλικρίνεια της και σε καμία περίπτωση δε συνιστά προσπάθεια απόκρυψης του δικαιώματος προαίρεσης αγοράς μετοχών».
Εδώ η σχετική απόφαση του δικαστηρίου που εκδόθηκε την 22η Μαρτίου