Ωστόσο, σύμφωνα με μελέτη της OCTANE τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικές προσπάθειες για τη μείωσή τους μέσω πωλήσεων χαρτοφυλακίων και τιτλοποιήσεων, όπως το Σχέδιο Ηρακλής.
Η νέα μελέτη υπογραμμίζει τη σταδιακή ωρίμανση της αγοράς των NPLs στην Ελλάδα και προβλέπει την ανάπτυξη της δευτερογενούς αγοράς, όπου δάνεια ρυθμίζονται και μεταπωλούνται σε επενδυτές. Ως θετικό γεγονός αναφέρεται ότι μετά το 2020, η εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) σημείωσε σημαντική πρόοδο χάρη σε στοχευμένες στρατηγικές και ευνοϊκές ρυθμιστικές αλλαγές.
Παράλληλα, βασικές πρωτοβουλίες όπως το Σχέδιο Ηρακλής διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο, επιτρέποντας στις ελληνικές τράπεζες να επιταχύνουν τις προσπάθειες για τη μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, αξιοποιώντας τις πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, τις τιτλοποιήσεις και τις ενισχυμένες διαδικασίες ανάκτησης. Ταυτόχρονα η συνεργασία τους με εξειδικευμένους διαχειριστές (servicers) βελτίωσε περαιτέρω τη διαχείριση και την επίλυση των προβληματικών περιουσιακών στοιχείων.
Τα σημαντικότερα συμπεράσματα της μελέτης:
Από το 2021 έως το Σεπτέμβριο του 2023, πραγματοποιήθηκαν 44+ συναλλαγές NPL με συνολική αξία άνω των 65 δισ. ευρώ, προσφέροντας νέα δυναμική στην αγορά.
Η επιστροφή των ρυθμισμένων δανείων στις τράπεζες και την οικονομία αναμένεται να παίξει καθοριστικό ρόλο την περίοδο 2024-2025.
Οι servicers στην ελληνική αγορά διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 100 δισ. ευρώ, με βελτιωμένες δυνατότητες λόγω των ρυθμιστικών εξελίξεων.
Έως σήμερα, 18 servicers έλαβαν ανανεωμένη άδεια ή παράταση της υφιστάμενης, εν αναμονή της οριστικοποίησης των απαιτήσεων για την εκ νέου αδειοδότησή τους και 5 εταιρείες δεν προχώρησαν στη διαδικασία εκ νέου αδειοδότησης έως τον Ιούνιο του 2024, γεγονός που αφήνει τα χαρτοφυλάκιά τους να αναληφθούν από άλλους φορείς.
Σύμφωνα με την μελέτη, εξαιτίας της συνεχιζόμενης μείωσης του όγκου και της αξίας των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στην Ελλάδα, η δευτερογενής αγορά αναμένεται να γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη.
Κινητήρια δύναμη για αυτή την εξέλιξη αναμένεται να είναι η εστίαση των τραπεζών στην επαναγορά των εξυπηρετούμενων δανείων. Οι εν λόγω επαναγορές συνεπάγονται την επαναγορά από τις τράπεζες δανείων που έχουν επανέλθει σε καθεστώς αποπληρωμής μετά από επιτυχείς προσπάθειες αναδιάρθρωσης ή εξυγίανσης, με την εκπλήρωση των κριτηρίων που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Τα οφέλη που προκύπτουν για τα Funds και τους επενδυτές
Οι επενδυτές αλλά και τα Funds έχουν την ευκαιρία να επωφεληθούν από την αυξημένη αξία των επιτυχώς ρυθμισμένων (reperforming) δανείων μέσω της πώλησης, πραγματοποιώντας έτσι κέρδη από τις αρχικές τους επενδύσεις. Απαλλαγμένοι από τα επαναλαμβανόμενα δάνεια, μπορούν να μειώσουν την έκθεσή τους στον πιστωτικό κίνδυνο, ιδίως εάν οι οικονομικές προοπτικές είναι αβέβαιες. Οι επιτυχείς συναλλαγές reperforming δανείων θα ενισχύουν τη φήμη τους στην αγορά ως ικανών διαχειριστών προβληματικών περιουσιακών στοιχείων, προσελκύοντας ενδεχομένως περισσότερους επενδυτές.
Τα οφέλη που προκύπτουν για τις Τράπεζες
Τα reperforming δάνεια παρέχουν στις τράπεζες μια νέα ροή εσόδων από τόκους, συμβάλλοντας θετικά στα κέρδη τους. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να αποκτούν αυτά τα δάνεια σε τιμές που αντικατοπτρίζουν τις προσαρμοσμένες στον κίνδυνο αποδόσεις τους, οι οποίες μπορεί να είναι ευνοϊκές σε σύγκριση με την έκδοση νέων δανείων. Με την επαναγορά των επαναλαμβανόμενων δανείων, οι τράπεζες μπορούν να αποκαταστήσουν ή να ενισχύσουν τις σχέσεις τους με δανειολήπτες που έχουν αναδιαρθρώσει επιτυχώς τα χρέη τους, ανοίγοντας ενδεχομένως ευκαιρίες διασταυρούμενων πωλήσεων για άλλα τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Έτσι η δυνατότητα των φορέων παροχής υπηρεσιών να αναχρηματοδοτούν τα υπό διαχείριση δάνειά τους έχει έρθει στο προσκήνιο, καθώς το πρόσφατα εκδηλωθέν ενδιαφέρον από ήδη αδειοδοτημένους φορείς αναδεικνύει τα δυνητικά οφέλη, τα οποία περιλαμβάνουν:
Αυξημένες και βελτιωμένες επιλογές αναδιάρθρωσης
Εισροή «νέου χρήματος»
Επανένταξη των δανειοληπτών στο τραπεζικό σύστημα