Η Metlen χρηματοδοτεί τη φωταγώγηση των πολιτιστικών μνημείων της Θεσσαλονίκης
Η Metlen χρηματοδοτεί τη φωταγώγηση των πολιτιστικών μνημείων της Θεσσαλονίκης

Η Metlen χρηματοδοτεί τη φωταγώγηση των πολιτιστικών μνημείων της Θεσσαλονίκης

Share Copy Link
RE+D magazine
19.06.2025

Φως στην ιστορία της Θεσσαλονίκης, την πολιτιστική της κληρονομιά και στο μεγάλο μνημειακό απόθεμα που διαθέτει, πρόκειται να ρίξει στην κυριολεξία ένα νέο έργο του υπουργείου Πολιτισμού.

Με χορηγία της Metlen και τη μελέτη φωτισμού της Ελευθερίας Ντεκώ, τα 4,5 χιλιόμετρα των σωζόμενων βυζαντινών τειχών της πόλης, πρόκειται να φωτιστούν στο σύνολό τους.

Φως στην ιστορία της Θεσσαλονίκης, την πολιτιστική της κληρονομιά και στο μεγάλο μνημειακό απόθεμα που διαθέτει, πρόκειται να ρίξει στην κυριολεξία ένα νέο έργο του υπουργείου Πολιτισμού. Με χορηγία της διεθνούς βιομηχανικής και ενεργειακής εταιρείας Metlen και τη μελέτη φωτισμού της Ελευθερίας Ντεκώ, τα 4,5 χιλιόμετρα των σωζόμενων βυζαντινών τειχών της πόλης, πρόκειται να φωτιστούν στο σύνολό τους.

Σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε, σήμερα, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη θύμισε ότι τα τείχη -όπως και τα υπόλοιπα βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης, ήδη από το 1988 συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO και αποτελούν μοναδικούς μάρτυρες της ιστορίας της πόλης στη μεγάλη ιστορική διάρκεια, καθώς διασώζουν πλήθος ιστορικών πληροφοριών από τις ποικίλες επεμβάσεις που έχουν δεχθεί όλους αυτούς τους αιώνες.

«Το υπουργείο Πολιτισμού έχει μία διαρκή μέριμνα για αρκετές δεκαετίες. Όμως, τα τελευταία χρόνια, η προστασία και η συντήρηση των τειχών συμπεριελήφθη σε συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο σχεδιάστηκε με σύστημα, μεθοδικότητα και με βάση την αρχή της επιστήμης και της δεοντολογίας, προκειμένου να αποκατασταθούν για να αποδοθούν ως δημόσιος ελεύθερος χώρος στην πόλη», τόνισε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και συμπλήρωσε πως το συγκεκριμένο έργο θα ήταν ημιτελές, εάν δεν είχε τον κατάλληλο φωτισμό.

«Μέσα στον επόμενο χρόνο, τα τείχη της Θεσσαλονίκης θα είναι πλέον φωτισμένα και θα αποδοθούν σε αυτούς που ανήκουν. Πρωτίστως στους πολίτες της Θεσσαλονίκης, αλλά και σε όλη την Ελλάδα και στους χιλιάδες πλέον επισκέπτες της πόλης», σημείωσε η υπουργός και πρόσθεσε ότι «μέσα από τον φωτισμό εν τέλει όλοι μας -ειδικοί και λιγότερο ειδικοί, θα αντιληφθούμε το σύνολο της παρέμβασης στην πόλη, το σύνολο αυτού του τεράστιου και πολύ σημαντικού οχυρωματικού έργου».

Για μία «ανεπανάληπτη οπτική εμπειρία», που «θα γίνει κτήμα των πολιτών, αλλά κυρίως των επισκεπτών της πόλης», έκανε λόγο, από την πλευρά του, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Στέλιος Αγγελούδης. «Με ανάλογες δράσεις, νομίζω πως η Θεσσαλονίκη επανασυστήνεται, ανακτά την δυναμική της και δημιουργεί μια νέα δυναμική εικόνα στον κόσμο», είπε ο κ. Αγγελούδης.

Στις λεπτομέρειες του έργου, που τόσο στην πορεία της μελέτης όσο και στην υλοποίησή του συνεργάζεται στενά η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, αναφέρθηκε η Ελευθερία Ντεκώ, και εξήγησε ότι ένα τόσο μεγάλο έργο δεν θα μπορούσε να γίνει σε μία φάση, οπότε η δυτική και πιο πυκνοκατοικημένη πλευρά της πόλης, θα ξεκινήσει σε δεύτερο χρόνο. «Ο στόχος της μελέτης είναι η ανάδειξη των τειχών, με έναν τρόπο που να σέβεται πλήρως τον ιστορικό του χαρακτήρα, αλλά και να προστατέψει το ίδιο το μνημείο, δηλαδή να μην επέμβει πάνω του, ούτε κοντά του, ούτε γύρω του. Η φωτοδότησή του να είναι με έναν τέτοιο τρόπο, που να μην ενοχλεί τους κατοίκους που μένουν κοντά, αλλά μπορεί ταυτόχρονα να είναι διακριτό και από τα διάφορα σημεία θέασης», επισήμανε η κ. Ντεκώ, και εξήγησε πως θα χρησιμοποιηθεί τεχνολογία πράσινης ενέργειας, ώστε η κατανάλωση να είναι η ελάχιστη που απαιτείται.

Είπε ακόμη πως το έργο αυτό αποτελεί μεγάλη πρόκληση λόγω του μεγέθους του και λόγω του γεγονότος ότι πολλά από τα 4,5 χιλιόμετρα των τειχών που σώζονται «εμπλέκονται μέσα στον αστικό ιστό, που χρειάζεται διαφορετικό χειρισμό σε σχέση με το φως».

Επίσης, «αρκετά από αυτά τα τμήματα θα τα φωτίσουμε τόσο από την εξωτερική όσο και την εσωτερική τους πλευρά, όπως είναι το Επταπύργιο», κατέληξε η Ελευθερία Ντεκώ.