Αυτή η γενικευμένη επανενεργοποίηση των κυβερνήσεων μετά από μερικές δεκαετίες αδράνειας, εκτιμά ο πανευρωπαϊκός Οργανισμός Housing Europe, αποκαλύπτει ότι απαιτείται άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος της στέγασης για την αποτροπή κοινωνικών εκρήξεων καθώς η έλλεψη προσιτής κατοικίας έχει σοβαρό αντίκτυπο σε όλο το φάσμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων από την εκπαίδευση μέχρι την υγεία, την απασχόληση, την κινητικότητα και το κλίμα.
Το χάσμα μεταξύ εισοδήματος και στέγασης και γενικότερα του κόστους διαβίωσης, το οποίο αυξάνεται εδώ και δεκαετίες, επιδεινώνεται τώρα από τον πληθωρισμό, την αύξηση των επιτοκίων και την αύξηση της ζήτησης. Τα δεδομένα της έρευνας αποκαλύπτουν μια σαφή και ανησυχητική τάση. Η έλλειψη προσφοράς κατοικιών σε προσιτές τιμές, πρόκειται να ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη, καθώς η ανοδική αναθεώρηση του κόστους έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση ή και την πλήρη παύση των εργασιών τόσο των νέων κατασκευών όσο και των αποκαταστάσεων.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στη Γερμανία που είναι η μεγαλύτερη αγορά στην Ευρώπη ως προς την κατασκευή κατοικιών προς ενοικίαση (ποσοστό ιδιοκατοίκησης μόλις 44%) σε συνολικό απόθεμα 43,1 εκατ. κατοικιών, και κατασκευή 280.000 νέων διαμερισμάτων το 2022, η κοινωνική κατοικία αντιπροσωπεύει το 4%.
Η GdW, η Ομοσπονδιακή Ένωση Γερμανικών Εταιρειών Στέγασης και Ακινήτων αντιπροσωπεύει περίπου 3.000 εταιρείες στέγασης που διαχειρίζονται πάνω από 6 εκατ. σπίτια (σχεδόν το 30% όλων των ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων στη Γερμανία) εκ των οποίων περίπου 1,2 εκατ. είναι κοινωνικές μονάδες ενοικίασης.
Παρά την επαγγελματική διαχείριση και ένα δαιδαλώδες δίκτυο συνδεδεμένων εταιρειών που προσφέρουν μια σειρά από υπηρεσίες (ενέργεια, TV, internet, συντήρηση εγκαταστάσεων κλπ.) αυξάνοντας τα έσοδά τους από τις παράπλευρες δραστηριότητες, το πλήγμα που δέχθηκαν -κυρίως οι εισηγμένες ήταν μεγάλο στη μετά COVID εποχή.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα απ’ όπου η λογική της κοινωνικής κατοικίας -μέσα από τον ΟΕΚ- δεν κατάφερε να αποδώσει τα δέοντα, το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού κατοικιών που παραμένουν κλειστά.
Σε μια χώρα με ποσοστό ιδιοκατοίκησης 77% και κτιριακό απόθεμα 6.371.901 κατοικίες, οι 2,25 εκατ. είναι κενές. Από τα 3+1 προγράμματα που έχουν εξαγγελθεί με στόχο την υποστήριξη ευπαθών ομάδων, ήδη τρέχει το πρόγραμμα "το Σπίτι μου". Τα σφικτά όμως χρονοδιαγράμματα σε συνδυασμό με την έλλειψη προσφερόμενου προϊόντος, καθώς σημαντικός αριθμός ακινήτων είναι «εγκλωβισμένο» σε διαδικασίες επίλυσης πολεοδομικών και νομικών εκκρεμοτήτων οι οποίες απαιτούν χρόνους επίλυσης πολύ μεγαλύτερους, έχει δημιουργήσει μια σημαντική στρέβλωση στην αγορά, με τους ιδιοκτήτες να προσφέρουν προς πώληση κατοικίες ηλικίας άνω των 40 ετών σε τιμές… νεόδμητου.