Τα παραπάνω αναφέρει η έρευνα του ΙΟΒΕ με τίτλο «Τάσεις. Προκλήσεις και προοπτικές ανάπτυξης των Κατασκευών στην Ελλάδα» την οποία παρουσίασε το Ιδρυμα από κοινού με το Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Εργων (ΤΜΕΔΕ).
Όπως ανέφεραν η αύξηση του αντικειμένου των κατασκευαστικών άγγιξε το 84% από το 2017 έως σήμερα ενώ στα πλαίσια του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ 2021-2027, σε συνδυασμό με ιδιωτικές επενδύσεις θα «πέσουν» στην αγορά πάνω από €52 δις. την επόμενη τριετία συμπεριλαμβανομένης και της τραπεζικής χρηματοδότησης. Σημειώνεται ότι το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου ανήλθε πέρυσι (στοιχεία μέχρι το εννεάμηνο) σε €15,35 δισ. σημαντικά αυξημένο κατά 63% έναντι του προηγούμενου έτους και περίπου τριπλάσιο συγκριτικά με τον μέσο όρο της περιόδου 2018-2020. Σύμφωνα με την μελέτη, Η επιτυχής εκτέλεση των έργων αυτών αποτελεί, μια πρόκληση για τις κατασκευαστικές εταιρίες, καθώς απαιτούνται μεταξύ άλλων επάρκεια σε ανθρώπινο δυναμικό, ισχυρή ρευστότητα, πρόσβαση σε πόρους χρηματοδότησης και ταχείες διαδικασίες από την πλευρά των φορέων του δημοσίου.
Όπως δείχνουν τα
στοιχεία του ΙΟΒΕ, οι επενδύσεις σε κατασκευές αντιπροσώπευαν το 4,8% του ΑΕΠ
το 2022, έναντι 14,7% το 2007, ενώ η απόκλιση για το 2022 σε σύγκριση με τον
μέσο όρο της ΕΕ-27 υπερβαίνει τις 6 ποσοστιαίες μονάδες.
Ο κλάδος σήμερα και οι προοπτικές
Σήμερα στον κλάδο απασχολούνταν συνολικά 197 χιλ. εργαζόμενοι το 2022, αριθμός που παρουσιάζει σχετική στασιμότητα, με τάση ελαφριάς ανόδου τα τελευταία χρόνια. Στις δραστηριότητες Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών απασχολούνταν 74 χιλ. άτομα το 2022, χωρίς αξιοσημείωτη μεταβολή από το 2017. Οπως δείχνουν τα στοιχεία το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) θα χρηματοδοτήσει έργα υποδομών που θα τροφοδοτήσουν την ανάπτυξη των Κατασκευών τα επόμενα χρόνια. Με βάση την ανάλυση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ) εκτιμάται ότι σε έργα που έχουν άμεση σχέση με τις Κατασκευές θα κατευθυνθούν επιχορηγήσεις ύψους €9,9 δισ. κινητοποιώντας συνολικούς πόρους ύψους €12,8 δισ. Τα κατασκευαστικά έργα που θα στηριχθούν με επιχορηγήσεις από το ΤΑΑ αφορούν κυρίως τους πυλώνες της Πράσινης Μετάβασης (€6,3 δισ.) και των Ιδιωτικών Επενδύσεων (€2,7 δισ.).
Μαζί με τους πόρους από τα δάνεια του ΤΑΑ (και τους κινητοποιούμενους από τα δάνεια πόρους χρηματοδότησης) εκτιμάται ότι για έργα με άμεση σχέση με τις Κατασκευές θα κινητοποιηθούν την περίοδο 2022-2026 συνολικά €23,9 δισ. (€12,8 δισ. από τις επιχορηγήσεις και €11,1 δισ. από τα δάνεια). Συνεπώς, οι επενδύσεις σε Κατασκευές εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το μερίδιό τους στο ΑΕΠ την περίοδο 2023-2026.
Η ετήσια αξία παραγωγής (κύκλος εργασιών) στις δραστηριότητες Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών εκτιμάται ότι θα πλησιάσει τα €4,5 δισ. μέχρι το 2025, από €3,6 δισ. το 2022.
Αν και οι προοπτικές για την ανάπτυξη των Κατασκευών και τη μεγιστοποίηση της συμβολής τους στην ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια είναι ιδιαίτερα θετικές, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις για τον κλάδο. Σε αυτές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ζητήματα που σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων του κλάδου, με το θεσμικό πλαίσιο του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων και τον εθνικό σχεδιασμό για τις υποδομές, με την ενσωμάτωση τεχνολογίας και τη ψηφιοποίηση των Κατασκευών ώστε να ενισχυθεί η παραγωγικότητα του κλάδου και, τέλος, με την υιοθέτηση των προτύπων ESG από τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις.
Η ανεπάρκεια εργατικού δυναμικού προβάλει ως το βασικό εμπόδιο ανάπτυξης το 2023, ενώ και οι δυσκολίες χρηματοδότησης αξιολογούνται επίσης αρνητικά ως προς την επίπτωσή τους στην κατασκευαστική δραστηριότητα. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού συνεπάγεται καθυστερήσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του προϋπολογισμού και μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων των έργων.
Η προοπτική ισχυρής ανάπτυξης της εγχώριας κατασκευαστικής δραστηριότητας θα δημιουργήσει πρόσθετες ανάγκες σε εργατικό δυναμικό διαφόρων ειδικοτήτων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα πρέπει να αυξηθεί την περίοδο 2024-2026 σε περίπου 250 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 51 έως 55 χιλ. εργαζόμενους υψηλότερα.