Ο Global Real Estate Transparency Index βασίζεται σε μια παγκόσμια έρευνα της JLL και του εκτεταμένου δικτύου ειδικών της αγοράς ακινήτων της LaSalle. Η φετινή, 13η έκδοση περιλαμβάνει 256 μεμονωμένους δείκτες για την αξιολόγηση της διαφάνειας της αγοράς σε 89 χώρες και 151 πόλεις παγκοσμίως και αποτελεί ουσιαστικό οδηγό για εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε ξένες αγορές.
Στην τρέχουσα συγκυρία που χαρακτηρίζεται από αυξημένης αβεβαιότητας, η διαφάνεια είναι πιο σημαντική από ποτέ ως το θεμέλιο που επιτρέπει στους χρήστες ακινήτων, τους επενδυτές και τους δανειστές να λειτουργούν και να λαμβάνουν αποφάσεις με σιγουριά.
Ο Δείκτης του 2024 καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που καθορίζουν πόσο διαφανής είναι μια αγορά ακινήτων, από σημεία αναφοράς απόδοσης επενδύσεων και δεδομένα αγοράς έως διαδικασίες συναλλαγών και μετρήσεις βιωσιμότητας.
Η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύει τη διαφάνεια και δημιουργεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα
Η έλευση των ευρέως διαδεδομένων δυνατοτήτων της Generative AI έχει υπερφορτώσει τις προσδοκίες για τον αντίκτυπο της τεχνολογίας στα ακίνητα. Οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη αυξάνονται εκθετικά και, παρόλο που πολλές εφαρμογές βρίσκονται σε διερευνητικό στάδιο, ενισχύουν ήδη τη διαφάνεια σε ολόκληρο τον κλάδο – συμβάλλοντας στη διερεύνηση και σύνοψη τεράστιων όγκων νομικών εγγράφων, αυτοματοποιώντας τη διαχείριση κτιρίων, τροφοδοτώντας τον διαδραστικό αστικό και αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και προσφέροντας πρωτοφανή επίπεδα ταχύτητας και ευαισθησίας στις αποτιμήσεις και τις αναλύσεις.
Ωστόσο, η εξαγωγή πλήρους αξίας από την τεχνητή νοημοσύνη θα απαιτήσει σημαντική προσπάθεια και επενδύσεις για τη δημιουργία της σωστής αρχιτεκτονικής και διακυβέρνησης για τη συλλογή τυποποιημένων δεδομένων που μπορούν να τροφοδοτηθούν σε μοντέλα, μια παράμετρος στην οποία οι περισσότερες εταιρείες – και οι κυβερνήσεις – εξακολουθούν να έχουν ελλείψεις. Καθώς αυτές οι δυνατότητες αναπτύσσονται, η τεχνητή νοημοσύνη προσφέρει την ευκαιρία για σημαντικές προόδους στην παραγωγικότητα και τη διαφάνεια.
Η διαφάνεια για τη βιωσιμότητα βρίσκεται σε σημείο καμπής για τους επενδυτές και τις επιχειρήσεις
Η διαφάνεια σε ζητήματα βιωσιμότητας γίνεται ολοένα και πιο κρίσιμη, καθώς πλησιάζει η προθεσμία για τη μείωση των εκπομπών στο μισό έως το 2030, σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού, και ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών και πόλεων ορίζει υποχρεωτικές μακροπρόθεσμες στρατηγικές απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα. Με τα νέα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης κτιρίων, τις απαιτήσεις αναφοράς βιωσιμότητας και τις εταιρικές δεσμεύσεις να αυξάνονται, η βιωσιμότητα υπήρξε ο μεγαλύτερος μοχλός βελτίωσης της διαφάνειας το 2024.
Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής, οι μετρήσεις βιωσιμότητας εξακολουθούν να είναι από τις λιγότερο διαφανείς παγκοσμίως. Πολλές εταιρείες βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο στην παρακολούθηση των πραγματικών εκπομπών του χαρτοφυλακίου τους, της απόδοσης σε επίπεδο κτιρίου ή του κλιματικού κινδύνου, με την έλλειψη τυποποιημένων πληροφοριών και διαδικασιών να συμβάλλουν σε ανησυχίες σχετικά με την ποιότητα των δεδομένων και τα φαινόμενα greenwashing.
Οι αγορές με την πιο ξεκάθαρη μακροπρόθεσμη πορεία προς πιο βιώσιμα ακίνητα –όπως η Γαλλία, η Ιαπωνία, οι κορυφαίες πόλεις στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο– θα προσφέρουν τα πιο διαφανή και προβλέψιμα περιβάλλοντα, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της σημαντικής έλλειψης σε κτίρια χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αυτές είναι οι αγορές που στο μέλλον θα επιτρέψουν στους χρήστες ακινήτων να λαμβάνουν αποφάσεις με σιγουριά, στις κυβερνήσεις να επιτύχουν τους στόχους απαλλαγής από τις εκπομπές και στους επενδυτές να προστατεύσουν το μέλλον των χαρτοφυλακίων τους.
Ποια είναι η θέση της Ελλάδας
Η Ελλάδα παραμένει σχετικά σταθερή, καταλαμβάνοντας την 36η θέση, έναντι της 37ης θέσης που της απέδωσε ο δείκτης το 2022, με τη βαθμολογία της χώρας να πέφτει από τις 2.73 στις 2.71 μονάδες, σύμφωνα με το δείκτη του 2024.
Η εν λόγω βαθμολογία κατατάσσει την Ελλάδα στις χώρες με μέτριο βαθμό διαφάνειας (semi-transparent), αλλά το γεγονός παραμένει ότι η χώρα μας επιδεικνύει σαφώς δυσμενέστερες επιδόσεις από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές αγορές, με τη Βουλγαρία, την Κροατία και τη Μάλτα να παραμένουν οι μόνες χώρες τις ΕΕ που καταγράφουν χαμηλότερες βαθμολογίες από την ελληνική.
Ωστόσο, η JLL δεν παραλείπει να αναγνωρίσει την προσπάθεια της χώρας μας να αυξήσει το βαθμό ψηφιοποίησής της, η οποία, όπως σημειώνεται στην έκθεση, έχει ως αποτέλεσμα τη βελτιωμένη πρόσβαση σε πληροφορίες γης και συστήματα πολεοδομικού σχεδιασμού.