Η ενέργεια αυτή βάζει τέλος στο μακροχρόνιο οικονομικό και πολιτικό σίριαλ γύρω από την εξαγορά, η οποία συμφωνήθηκε αρχικά τον Δεκέμβριο του 2023, με αξία 14,9 δισεκατομμύρια δολάρια (μαζί με τα χρέη). Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος έδωσε τελικά το πράσινο φως στις 23 Μαΐου, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία ως «εταιρική σχέση» ανάμεσα στους δύο βιομηχανικούς κολοσσούς.
Παρότι οι λεπτομέρειες της συμφωνίας δεν έχουν δημοσιοποιηθεί πλήρως, αναφέρεται πως θα επιτρέψει στην US Steel να παραμείνει αμερικανική εταιρεία με έδρα στο Πίτσμπεργκ της Πενσιλβάνια, όπως δήλωσε ο Τραμπ μέσω της πλατφόρμας Truth Social.
Ωστόσο, εξακολουθούσαν να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την εθνική ασφάλεια, οι οποίες οδήγησαν τον τότε πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να μπλοκάρει τη συγχώνευση στις 3 Ιανουαρίου, λίγες εβδομάδες πριν αποχωρήσει από το αξίωμα.
Παρότι και ο ίδιος ο Τραμπ είχε εκφράσει επιφυλάξεις κατά την προεκλογική περίοδο, ανακοίνωσε τον Απρίλιο την επανεξέταση του σχεδίου συγχώνευσης.
Σύμφωνα με το διάταγμα, η εξαγορά θα πραγματοποιηθεί σε «συντονισμό» με το Υπουργείο Εμπορίου και άλλες αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, με την υπογραφή «συμφωνίας για την εθνική ασφάλεια». Το ακριβές περιεχόμενο της συμφωνίας δεν έχει αποσαφηνιστεί.
Ο Τραμπ δήλωσε ότι βασίστηκε σε «αξιόπιστα στοιχεία» που υποδήλωναν πως η Nippon Steel θα μπορούσε να προβεί σε ενέργειες που θα έθεταν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Η Επιτροπή για τις Ξένες Επενδύσεις στις ΗΠΑ (CFIUS), που εξετάζει τις επιπτώσεις εξαγορών από ξένες εταιρείες σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας, συνέστησε την προσθήκη ρητρών για την «επαρκή εξάλειψη» των σχετικών κινδύνων. Ο Τραμπ τόνισε, τέλος, ότι διατηρεί το δικαίωμα να λάβει περαιτέρω μέτρα, εάν αυτό καταστεί αναγκαίο για την προστασία της εθνικής ασφάλειας.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ