Οι περισσότεροι θεωρούν καλύτερες, μεν, τις προοπτικές σε σχέση με ένα χρόνο πριν -παρά το γεγονός της συνεχιζόμενης γεωπολιτικής αστάθειας και του οικονομικού πλαισίου- εκφράζουν, όμως, ταυτόχρονα την ανησυχία τους ότι παράγοντες όπως οι ρυθμιστικοί κανόνες, το κόστος κατασκευής και η διαθεσιμότητα χρηματοδότησης, θα συνεχίζουν να εμποδίζουν την ανάπτυξη. Αρκετοί από αυτούς εκτιμούν ότι θα χρειαστεί περισσότερο από τρία έως πέντε χρόνια για να περάσει η αγορά σε ανάκαμψη.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.143 επαγγελματίες από το όλο το φάσμα της αγοράς του real estate.
Πολλά στελέχη εκφράζουν την ανησυχία τους ότι το ESG δεν αποτυπώνει πλήρως την ευρύτερη πολυπλοκότητα της ακίνητης περιουσίας και τον συνολικό αντίκτυπό της στην κοινωνία. Πολλοί εκφράζουν επίσης την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι η ατζέντα ESG συχνά μοιάζει να αποπροσανατολίζεται από την βασική αρχή της δημιουργίας αξίας μέσω της ανάπτυξης ακινήτων υψηλής ποιότητας, ενώ σχολιάζουν το γεγονός ότι «αυτό που θεωρείται βιώσιμο τώρα θα μπορούσε να είναι πολύ διαφορετικό σε 20 χρόνια».
Οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες θεωρούν ότι οι τρέχουσες αποτιμήσεις δεν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής, της μετατόπισης της ζήτησης και του κοινωνικού αντίκτυπου, με το χρέος, τα δημογραφικά στοιχεία, την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, την αποπαγκοσμιοποίηση και την ψηφιοποίηση να καταγράφονται ως οι πιο κρίσιμοι παραγοντες.
Η ενεργειακή μετάβαση και ο κίνδυνος από τα ακραία καιρικά φαινόμενα
Στην φετινή έκθεση Emerging Trends Europe, εξετάζονται επίσης οι εκτεταμένες επιπτώσεις για την ασφάλιση και τη χρηματοδότηση από τις φυσικές καταστροφές και την μετάβαση της ακίνητης περιουσίας σε καθαρά μηδενικές εκπομπές άνθρακα.
Καθώς τα ακίνητα αντιμετωπίζουν αυξημένους κινδύνους από την αυξανόμενη συχνότητα και τη σοβαρότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων, παράλληλα με τη μετάβαση στο καθαρό μηδέν, ο αντίκτυπος στον κλάδο γίνεται σαφέστερος, όσον αφορά το οικονομικό κόστος από τη διακοπή λειτουργίας μιας επιχείρησης. Σύμφωνα με τη φετινή έρευνα, σχεδόν τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων αναμένουν αύξηση του κόστους ασφάλισης τα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ περισσότεροι από τους μισούς αναμένουν ότι η πρόσβαση στην ασφάλιση θα γίνει πιο δύσκολη.
Ταυτόχρονα, οι ασφαλιστικές και οι χρηματοδότες επαναξιολογούν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα, για να μπορέσουν να υποστηρίξουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγή στην ακίνητη περιουσία. Είναι προφανές ότι οι ιδιοκτήτες με ακίνητα χωρίς καθαρό μηδενικό αποτύπωμα θα δυσκολευτούν να βρούν χρηματοδότηση, με σχεδόν το 90% των ερωτηθέντων να περιμένει ότι οι απαιτήσεις κεφαλαίου και χρηματοδότησης για τη μετάβαση στο καθαρό μηδέν θα είναι βασική παράμετρος χρηματοδότησης της ακίνητης περιουσίας τα επόμενα πέντε χρόνια.
Αναμένεται να συνεχιστεί η ζήτηση για logistics και οικιστικά
Σε ένα περιβάλλον υποτονικής ζήτησης, τα logistics και τα οικιστικά (στις διάφορες μορφές τους) τα πήγαν σχετικά καλά – γεγονός που αναμένεται να συνεχιστεί το επόμενο έτος. Ακόμη, όμως, και σε αυτούς τους περιζήτητους τομείς, οι επενδυτές αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα τις αυξήσεις τιμών που προεξοφλούν υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές για την ανάπτυξη.
Με την προοπτική τόσο υποτονικής ανάκαμψης, το μέγεθος της αγοράς και η ρευστότητα είναι βασικοί παράγοντες για την επιλογή της πόλης, με το Λονδίνο και το Παρίσι να καταλαμβάνουν την πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα στην κατάταξη, ενώ στην δεύτερη βρίσκεται η Μαδρίτη, η οποία έχει ανέβει από την όγδοη θέση που βρισκόταν το 2020. Η Αθήνα ανέβηκε κατά μία θέση και πλέον κατατάσσεται στην 22η επί συνόλου 30 πόλεων, με βάση τις προοπτικές επένδυσης και ανάπτυξης ακινήτων.